Η εκµετάλλευση τίθεται σε αποµόνωση και απαγορεύεται η είσοδος και η έξοδος από αυτή ζώων ευαίσθητων στη βρουκέλλωση.

Τα υγειονοµικά µέτρα που λαµβάνονται σε µολυσµένη από βρουκέλλωση εκµετάλλευση περιγράφονται στην Απόφαση Λήψης Υγειονοµικών Μέτρων (ΑΛΥΜ), που εκδίδει το Τµήµα Κτηνιατρικής της ΠΕ και είναι τα ακόλουθα:

1) Η εκµετάλλευση τίθεται σε αποµόνωση και απαγορεύεται η είσοδος και η έξοδος από αυτή ζώων ευαίσθητων στη βρουκέλλωση. Εξαιρούνται της απαγόρευσης εξόδου τα ζώα που προορίζονται για σφαγή και εξέρχονται µε τα απαραίτητα έγγραφα κυκλοφορίας. Στη ΖΕΚ εφόσον βρεθεί έστω και ένα θετικό ζώο κατά την αιµοληψία που πραγµατοποιείται σε δείγµα µιας εκµετάλλευσης Μ4, γίνεται αιµοληψία από όλα τα υπόλοιπα ζώα της εκµετάλλευσης µέσα σε 10 εργάσιµες ηµέρες από την έκδοση των εργαστηριακών αποτελεσµάτων.

Η αιµοληψία επαναλαµβάνεται ανά 2 µήνες µέχρι να είναι όλα τα αιµοδείγµατα αρνητικά, οπότε η εκµετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Μ2 και αίρονται τα περιοριστικά µέτρα. Στην περίπτωση θετικών ζώων στη ΖΕΜ, αυτά τίθενται σε αποµόνωση µέχρι να σφαγούν.

Όπου προβλέπεται, λαµβάνονται επίσης αιµοδείγµατα:

α) από όλα τα θηλυκά ανεµβολίαστα αιγοπρόβατα και

β) από όλα τα θηλυκά αιγοπρόβατα που είχαν εµβολιαστεί στην ηλικία των 3-6 µηνών και έχουν περάσει 12 τουλάχιστον µήνες από τότε. Τα αρνητικά θηλυκά ζώα εµβολιάζονται το γρηγορότερο δυνατό, εφόσον δεν ήταν εµβολιασµένα.

Τα περιοριστικά µέτρα αίρονται, εφόσον έχουν σφαγεί όλα τα θετικά ζώα, έχουν εµβολιαστεί τα αρνητικά ζώα που ήταν ανεµβολίαστα και έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες καθαρισµού και απολύµανσης.

2) Τα µολυσµένα ζώα καταγράφονται, σηµαίνονται µε διάτρηση του δεξιού αυτιού σε σχήµα “∆” και αποµονώνονται από τα υπόλοιπα ζώα της εκµετάλλευσης µέχρι τη σφαγή τους. Καθορίζεται ειδικός χώρος αποµόνωσης ασθενών και ύποπτων ζώων, σαφώς διαχωρισµένος, ώστε τα θετικά ζώα να µην έρχονται σε επαφή µε τα υπόλοιπα ζώα της εκµετάλλευσης.

3) Διενεργείται επιζωοτιολογική έρευνα προκειµένου να διαπιστωθεί η πηγή µόλυνσης, όπως επίσης και να επισηµανθούν εκµεταλλεύσεις αιγών ή προβάτων οι οποίες είναι επιδηµιολογικά συνδεδεµένες µε την µολυσµένη εκµετάλλευση. Τα στοιχεία της επιζωοτιολογικής έρευνας θα καταγράφονται στο «∆ελτίο Επιζωοτιολογικής ∆ιερεύνησης».

4) Τα αποβαλλόµενα έµβρυα, οι εµβρυϊκοί υµένες, τα αµνοερίφια που γεννήθηκαν νεκρά ή που πεθαίνουν αµέσως µετά τη γέννησή τους, καταστρέφονται σύµφωνα µε την κείµενη νοµοθεσία των ζωικών υποπροϊόντων. Κατάλληλα τµήµατα αυτών συλλέγονται ως δείγµατα, αφού ληφθούν όλα τα απαραίτητα µέτρα προστασίας του προσωπικού που εκτελεί τη δειγµατοληψία και αποστέλλονται στο ΕΕΑΒΛ, προκειµένου να διενεργηθούν οι απαραίτητες εργαστηριακές εξετάσεις για την επιβεβαίωση της νόσου.

5) Απαγορεύεται η ύπαρξη στην εκµετάλλευση ζώων ευαίσθητων ειδών στη βρουκέλλωση των αιγών και προβάτων (βοοειδή, χοίροι, σκύλοι και άλογα). Εφόσον υπάρχουν, αυτά ελέγχονται ορολογικά, και τα θετικά σφάζονται ή θανατώνονται, χωρίς να αποζηµιώνονται.

6) Το γάλα που προέρχεται από τα µολυσµένα ζώα απαγορεύεται να χρησιµοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση και υπόκειται στις διαδικασίες του Καν. 1069/2009.

7) Το γάλα που προέρχεται από τα µη µολυσµένα ζώα της µολυσµένης εκµετάλλευσης χρησιµοποιείται σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κανονισµού 853/2004 ΕΕ, Παράρτηµα ΙΙΙ τµήµα ΙΧ Κεφάλαιο Ι παρ.3-5.

8) Η κόπρος και η στρωµνή των ζώων συγκεντρώνεται σε ειδικό σηµείο και ψεκάζεται καθηµερινά µε το κατάλληλο απολυµαντικό. ∆εν απαιτείται ψεκασµός µε απολυµαντικό εάν η κόπρος καλύπτεται µε στρώµα χώµατος. Απαγορεύεται η µεταφορά της κόπρου και της στρωµνής εκτός εκµετάλλευσης. Στην περίπτωση που πρόκειται να µεταφερθούν εκτός της εκµετάλλευσης, τότε χαρακτηρίζονται ως υλικά κατηγορίας 2 και υπόκεινται στις διαδικασίες του Καν. 1069/2009.

9) Υλικά που έχουν έλθει σε επαφή µε τα υγρά της αποβολής ή του τοκετού, µε τον πλακούντα ή τα έµβρυα των µολυσµένων ζώων απολυµαίνονται µε βρασµό ή µε ψεκασµό ή εµβάπτιση στο κατάλληλο απολυµαντικό.

10) Ελέγχονται κατά προτεραιότητα, όλες οι εκµεταλλεύσεις σε ακτίνα 500m από τη θετική εκµετάλλευση, εφόσον δεν έχουν ελεγχθεί σύµφωνα µε το πρόγραµµα.

11) Σε περίπτωση που η θετική εκµετάλλευση χρησιµοποιεί βοσκότοπο, απαγορεύεται η µετακίνηση άλλης εκµετάλλευσης σε αυτό το βοσκότοπο, πριν την παρέλευση 60 ηµερών από τη στιγµή της αποχώρησης της θετικής εκµετάλλευσης.

12) Η σφαγή των µολυσµένων ζώων πρέπει να διενεργείται σύµφωνα µε τον Κανονισµό 854/2004 Κεφάλαιο ΙΧ, το αργότερο εντός 30 ηµερών από την ηµέρα που αυτά θα χαρακτηριστούν ως µολυσµένα. Η µεταφορά των ζώων στο σφαγείο γίνεται σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις και αφού ληφθούν όλα τα απαραίτητα µέτρα για να µην επεκταθεί η µόλυνση.

13) Στο σφάγιο των µολυσµένων ζώων εκτελείται λεπτοµερής κρεοσκοπικός έλεγχος και κατάσχονται τα όργανα που προβλέπεται από τις κείµενες διατάξεις. Επίσης, συλλέγονται δείγµατα και αποστέλλονται στο αρµόδιο Κτηνιατρικό Εργαστήριο για βακτηριολογική εξέταση.

14) 1-7 ηµέρες από τη σφαγή και του τελευταίου µολυσµένου ζώου διενεργείται καθαρισµός και απολύµανση των χώρων και του εξοπλισµού της εκµετάλλευσης. Το αργότερο 15 ηµέρες από τη σφαγή του τελευταίου θετικού ζώου και τουλάχιστον 7 ηµέρες από την ολοκλήρωση του 1ου καθαρισµού επαναλαµβάνεται η ίδια διαδικασία. Ο καθαρισµός και η απολύµανση διενεργούνται υπό την επίβλεψη κτηνίατρου και εκδίδεται βεβαίωση απολύµανσης σε δύο αντίτυπα. Το ένα αντίτυπο παραδίδεται στον κτηνοτρόφο και τηρείται στο αρχείο της εκµετάλλευσης και το άλλο αντίτυπο τηρείται στο αρχείο της ΤΚΑ.

15) Επισηµαίνεται στον κτηνοτρόφο η σηµασία της ύπαρξης ζωοανθρωπονόσου στην εκµετάλλευσή του για τη ∆ηµόσια Υγεία και την υγεία όσων εισέρχονται σε αυτή.

Η τήρηση των παραπάνω µέτρων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρµογή των προγραµµάτων, καθώς και για την αποζηµίωση των κτηνοτρόφων, οι οποίοι θα πρέπει να ενηµερώνονται εγγράφως για τα µέτρα βιοασφάλειας που πρέπει να εφαρµόζουν στην εκµετάλλευσή τους.