Ως ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εμπόρους σιτηρών παγκοσμίως, η ΕΕ στηρίζει τους γεωργούς της με εισοδηματική στήριξη, παρέμβαση στην αγορά και εμπορική πολιτική μέσω της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ).

Η στήριξη δεν βασίζεται πλέον στο τι ή σε ποια ποσότητα παράγεται και έχει αποσυνδεθεί πλήρως (οι πληρωμές δεν συνδέονται πλέον με την παραγόμενη ποσότητα).

Οι διάφορες αροτραίες καλλιέργειες έχουν πλέον ενσωματωθεί σε ενιαία κοινή οργάνωση αγοράς και η πολιτική της ΕΕ περιορίζεται σε δύο βασικούς τομείς:

  • Παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση
    Η αγορά αποθεμάτων σιτηρών και ρυζιού για τη δημόσια αποθεματοποίηση, η οποία αρχικά θεσπίστηκε για την προστασία των γεωργών από τις χαμηλές τιμές της αγοράς, χρησιμοποιείται πλέον σήμερα μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, για να παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας στους γεωργούς.
  • Μέτρα σχετικά με το εμπόριο
    Περίπου το 20% του σιταριού της ΕΕ εξάγεται ετησίως, ενώ οι ελαιούχοι σπόροι, οι ζωοτροφές και το ρύζι εισάγονται σε μεγάλες ποσότητες. Για τους τομείς αυτούς, μπορεί να απαιτούνται άδειες εισαγωγής και εξαγωγής, καθώς και η καταβολή δασμών. Ωστόσο, λόγω των δεσμεύσεων της ΕΕ στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, έχουν θεσπιστεί συγκεκριμένες εισαγωγικές δασμολογικές ποσοστώσεις με χαμηλότερο ή μηδενικό δασμό.

Σιτηρά

Το σιτάρι καλύπτει πάνω από τη μισή ποσότητα των σιτηρών που καλλιεργούνται στην ΕΕ. Το υπόλοιπο 50% αποτελείται από αραβόσιτο και κριθάρι. Η ποσότητα καθενός από αυτά αναλογεί περίπου στο ένα τρίτο αυτού του ποσοστού. Το τελευταίο ένα τρίτο αναλογεί σε σιτηρά που καλλιεργούνται σε μικρότερες ποσότητες, όπως η σίκαλη, η βρώμη και η όλυρα.

Τα σιτηρά της ΕΕ χρησιμοποιούνται κυρίως για ζωοτροφές (σχεδόν τα δύο τρίτα). Το ένα τρίτο προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, ενώ μόνο το 3% χρησιμοποιείται για βιοκαύσιμα.

Ελαιούχοι σπόροι και πρωτεϊνούχες καλλιέργειες

Ο κυριότερος ελαιούχος σπόρος που καλλιεργείται στην ΕΕ είναι η κράμβη (59%). Ακολουθούν ο ηλιόσπορος και οι σπόροι σόγιας. Δεν υπάρχουν ειδικά μέτρα στήριξης για τους ελαιούχους σπόρους, όπου τα δύο τρίτα της ποσότητας που καταναλώνεται στην Ευρώπη κάθε χρόνο παράγονται στην ΕΕ. Ωστόσο, οι εισαγωγές της ΕΕ αντιπροσωπεύουν το μισό περίπου των ελαιούχων σπόρων που χρησιμοποιούνται κάθε χρόνο για ζωοτροφές, όπου οι εισαγωγικοί δασμοί είναι μηδενικοί.

Οι ελαιούχοι σπόροι χρησιμοποιούνται για τρόφιμα, ζωοτροφές, καύσιμα και βιομηχανικούς σκοπούς. Από τη σύνθλιψη των ελαιούχων σπόρων παράγονται φυτικά έλαια και άλευρα. Το φυτικό έλαιο χρησιμοποιείται γενικά στη βιομηχανία τροφίμων ή για την παραγωγή βιοντίζελ, ενώ τα άλευρα ελαιούχων σπόρων αποτελούν σημαντικό συστατικό των ζωοτροφών.

Οι κύριες πρωτεϊνούχες καλλιέργειες στην ΕΕ είναι τα κτηνοτροφικά μπιζέλια, τα κουκιά, τα φούλια και τα λούπινα. Από το 2012 δεν υπάρχει ειδική στήριξη για τις πρωτεϊνούχες καλλιέργειες και οι εισαγωγικοί δασμοί είναι μηδενικοί.

Ρύζι

Τα δύο τρίτα περίπου του ρυζιού που καταναλώνεται από τους Ευρωπαίους καλλιεργούνται στην ΕΕ. Το υπόλοιπο συμπληρώνεται με εισαγωγές ρυζιού διαφόρων ποικιλιών, από την Ινδία ή την Καμπότζη, για παράδειγμα. Μικρή ποσότητα ρυζιού της ΕΕ εξάγεται.