Με υπουργική απόφαση εγκρίνεται η υποχρεωτική εφαρμογή του προγράμματος εκρίζωσης της φυματίωσης των βοοειδών. Aναλυτικά η απόφαση.

ενωση αγρινιου (1)

Σκοπός του Προγράμματος είναι η μείωση του επιπολασμού της φυματίωσης στον πληθυσμό βοοειδών της χώρας και η προστασία της Δημόσιας Υγείας μέσω της παραγωγής ασφαλών προϊόντων από τα ζώα αυτά. Το πρόγραμμα εφαρμόζεται υποχρεωτικά σε όλη την Ελλάδα από τη Διεύθυνση Κτηνιατρικής (ΔΚ) κάθε Περιφέρειας, τα Τμήματα Κτηνιατρικής και τις Τοπικές Κτηνιατρικές Αρχές των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) των Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ). Δύναται να καθοριστεί από την Κεντρική Κτηνιατρική Υπηρεσία του ΥΠΑΑΤ φορέας εφαρμογής του Προγράμματος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, οπότε η πολιτική αντιμετώπισης της φυματίωσης μπορεί να επανακαθοριστεί.

Απαγορεύονται όλες οι ενέργειες που αποσκοπούν στην απευαισθητοποίηση των βοοειδών ως προς τη φυματίωση. Επίσης, απαγορεύεται ο εμβολιασμός και η θεραπεία κατά της φυματίωσης και ο εμβολιασμός κατά της παραφυματίωσης των βοοειδών.

Αναλυτικά η απόφαση:

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας ισχύουν οι ορισμοί:

Βοοειδή χαρακτηρίζονται όλα τα βοοειδή των ειδών Boss taurus και Boss indicus, Bison bison και Bubalus bubalus.

Εκμεταλλεύσεις αμιγώς παχυνόμενων βοοειδών χαρακτηρίζονται οι ενσταβλισμένες εκμεταλλεύσεις που αποκλειστικό σκοπό έχουν την πάχυνση μόσχων με τελικό προορισμό τους μόνο το σφαγείο. Στις εκμεταλλεύσεις αυτές όλα τα βοοειδή που εισέρχονται, προέρχονται μόνο από εκτροφές υγειονομικού καθεστώτος Τ3. Στις εκμεταλλεύσεις αυτές δεν πραγματοποιείται αναπαραγωγή, δηλαδή δεν πραγματοποιούνται γεννήσεις και κανένα βοοειδές δε μετακινείται προς άλλη εκμετάλλευση, δηλαδή δεν πραγματοποιούνται πωλήσεις ζώων. Ο χαρακτηρισμός αυτός αποδίδεται στην εκμετάλλευση από το Τμήμα Κτηνιατρικής, κατόπιν αιτήματος του κατόχου της εκμετάλλευσης και ισχύει για ένα (1) έτος ή λιγότερο εφόσον το κρίνει η ΤΚΑ. Στις εκμεταλλεύσεις αυτές το πρόγραμμα φυματίωσης είναι προαιρετικό βάσει εκτίμησης επικινδυνότητας και διενεργούνται περιοδικοί έλεγχοι από το αρμόδιο Τμήμα Κτηνιατρικής.

Υπεύθυνοι φορείς για την εφαρμογή του προγράμματος και αρμοδιότητές τους

Α) Η Διεύθυνση Υγείας των Ζώων της Γενικής Διεύθυνσης Βιώσιμης Ζωικής Παραγωγής & Κτηνιατρικής, του ΥΠΑΑΤ (ΔΥΖ) είναι αρμόδια για την έγκαιρη κατάρτιση και δημοσίευση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) βάσει της οποίας καλύπτονται οι δαπάνες για την εφαρμογή του προγράμματος.

Β) Το Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων της Διεύθυνσης Υγείας των Ζώων, της Γενικής Διεύθυνσης Βιώσιμης Ζωικής Παραγωγής & Κτηνιατρικής, του ΥΠΑΑΤ (ΤΖΥΖ) είναι αρμόδιο για:

i) το σχεδιασμό του προγράμματος,

ii) τον έλεγχο σε κεντρικό επίπεδο και το συντονισμό όλων των λοιπών αρμοδίων φορέων που συμμετέχουν στην εφαρμογή του προγράμματος, σε όλη τη χώρα,

iii) τον ορισμό των αρχών και φορέων εφαρμογής του προγράμματος και τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων αυτών, ανάλογα με τις ανάγκες του προγράμματος,

iv) την παροχή κατάλληλων οδηγιών και διευκρινίσεων στους φορείς εφαρμογής του προγράμματος, με σκοπό τη διευκόλυνση και ενίσχυση του έργου του,

v) τη συλλογή των στοιχείων και των αποτελεσμάτων του προγράμματος ελέγχου, την αξιολόγηση αυτών, καθώς και για την ενημέρωση των αρμοδίων αρχών της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

vi) την έγκαιρη προμήθεια φυματινών (ορνίθειας και βόειας) και αντιδραστηρίων διάγνωσης, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικής του ΥΠΑΑΤ.

Γ) Η Διεύθυνση Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών της Γενικής Διεύθυνσης Βιώσιμης Ζωικής Παραγωγής & Κτηνιατρικής, του ΥΠΑΑΤ είναι αρμόδια σύμφωνα με το ΠΔ 84/1995 (ΦΕΚ Α` 52) για την εφαρμογή του συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των εκμεταλλεύσεων βοοειδών και σε εφαρμογή των Κανονισμών (ΕΚ) 1760/2000 και 911/2004.

Δ) Οι Διευθύνσεις Κτηνιατρικής της Περιφέρειας (ΔΚ) είναι αρμόδιες:

i) για το συντονισμό, την εποπτεία και την αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος στην περιφέρειά τους,

ii) για τη συνεργασία με τα αντίστοιχα Τμήματα Κτηνιατρικής των ΠΕ της περιφέρειάς τους και με το ΤΖΥΖ,

iii) για τη διμηνιαία συλλογή των Δελτίων Διμηνιαίας Εποπτείας (ΔΔΕ) του προγράμματος φυματίωσης βοοειδών από τις ΠΕ δικαιοδοσίας τους και την αποστολή τους στο ΤΖΥΖ εντός της 2ης εβδομάδας από τη λήξη του αναφερόμενου μήνα στο ΔΔΕ.

iv) Σε περίπτωση αδυναμίας εφαρμογής του Προγράμματος μόνο από τις κτηνιατρικές Υπηρεσίες των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας θα υπάρχει συνδρομή από υπαλλήλους των Διευθύνσεων Κτηνιατρικής της Περιφέρειας.

Ε) Οι κτηνιατρικές υπηρεσίες (ΤΚΑ) των Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ) είναι αρμόδιες:

i) για τον ορισμό του υπεύθυνου εφαρμογής και παρακολούθησης του προγράμματος,

ii) για τη διεξαγωγή των επίσημων ελέγχων (για τον έλεγχο της σήμανσης των ζώων, την ειδική σήμανση των μολυσμένων ζώων, τον έλεγχο της τήρησης των μητρώων των εκμεταλλεύσεων, όλων των απαραίτητων δελτίων που αφορούν στην εφαρμογή του προγράμματος και προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις και την έκδοση των υγειονομικών πιστοποιητικών, για τη μετακίνηση των ζώων ή των εκμεταλλεύσεων) και τη συνεργασία με κρεοσκόπους κτηνίατρους της περιοχής αρμοδιότητάς τους,

iii) για την πρακτική εφαρμογή (φυματινισμοί/αιμοληψίες) και την αξιολόγηση της εφαρμογής του προγράμματος σε επίπεδο ΠΕ,

iv) για την έγκαιρη αίτηση αποστολής απαιτούμενων δόσεων ορνίθιων και βόειων φυματινών, παραλαβή, σωστή συντήρηση και χορήγηση των φυματινών, καθώς και για την ενημέρωση του ΤΖΥΖ σχετικά με τις ετήσιες ανάγκες σε φυματίνες στο τέλος κάθε έτους για το επόμενο έτος, προκειμένου να επιτυγχάνεται ο καλύτερος προγραμματισμός της προμήθειας σε φυματίνες.

v) για την αποστολή των ζητούμενων στατιστικών στοιχείων του προγράμματος στη ΔΚ της Περιφέρειας και στο ΤΖΥΖ, σε διμηνιαία, εξαμηνιαία βάση ή όπως αλλιώς καθορισθεί από το ΤΖΥΖ,

vi) για τη συμπλήρωση και αποστολή των Δελτίων Διμηνιαίας Εποπτείας (ΔΔΕ) της ΠΕ τους εντός της 1ης εβδομάδας από τη λήξη του αναφερόμενου μήνα στο ΔΔΕ και την ενημέρωση της διαδικτυακής κτηνιατρικής βάσης δεδομένων για τους φυματινισμούς/αιμοληψίες,

vii) για την ενημέρωση των κτηνοτρόφων, των κτηνίατρων των κτηνοτροφικών και αγροτικών συνεταιρισμών και των ιδιωτών κτηνίατρων σχετικά με το Πρόγραμμα και για τη συνεργασία και την ενημέρωση άλλων αρμόδιων αρχών και φορέων σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος.

viii) Οι κρεοσκόποι κτηνίατροι οφείλουν να ενημερώνουν εγγράφως τον υπεύθυνο εφαρμογής του Προγράμματος σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης αλλοιώσεων χαρακτηριστικών της φυματίωσης στα σφάγια.

ΣΤ) Το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς Φυματίωσης (ΕΕΑΦ), Τμήμα Διαγνωστικής Παθολογικής Ανατομικής, Ιστολογίας, Μικροβιολογίας και Φυσιοπαθολογίας Μαστού της Διεύθυνσης Κτηνιατρικού Κέντρου Αθηνών είναι αρμόδιο για:

i)τον επίσημο έλεγχο των φυματινών ή αντιδραστηρίων ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εν λόγω φυματίνες ή αντιδραστήρια είναι κατάλληλα (Άρθρο 2, ΠΔ 115/2010 (ΦΕΚ Α` 196),

ii) την παραλαβή του αποστελλόμενου παθολογικού υλικού για ιστολογική, βακτηριολογική εξέταση και μοριακές δοκιμές,

iii) να συνεργάζεται στο πλαίσιο του δικτύου της ΕΕ με τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς για τη φυματίωση,

iv) να παρέχει επιστημονική και τεχνική συνδρομή στη ΔΥΖ του ΥΠΑΑΤ για την εφαρμογή συντονισμένων σχεδίων ελέγχου,

v) να συγκεντρώνει από τα εργαστήρια που συμμετέχουν στο πρόγραμμα και υποβάλλει τα εξαμηνιαία και ετήσια συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία και αποτελέσματα στην ΔΥΖ και να διοργανώνει διεργαστηριακές δοκιμές για τα υπόλοιπα εθνικά εργαστήρια που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.

Ζ) Το Τμήμα Παθολογίας Πτηνών και Μελισσών, Μικροβιολογίας, Λοιμωδών Νοσημάτων και Βρουκελλώσεων της Διεύθυνσης Κτηνιατρικού Κέντρου Θεσσαλονίκης είναι αρμόδιο για:

i) την παραλαβή του αποστελλόμενου παθολογικού υλικού για βακτηριολογική και ιστολογική εξέταση σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΕΑΦ,

ii) την αποστολή των στατιστικών και οικονομικών στοιχείων στο ΕΕΑΦ. Η) Για το συντονισμό, τον έλεγχο και την αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος συγκροτείται κεντρική επιτροπή, η οποία ενεργεί ως συμβουλευτικό όργανο στο ΤΖΥΖ.

Η Κεντρική Επιτροπή αποτελείται από:

  1. τον/την προϊστάμενο/η της Διεύθυνσης Υγείας των Ζώων ο οποίος είναι και ο/η Πρόεδρος,
  2. τον/την προϊστάμενο/η του Τμήματος Ζωοανθρωπονόσων της Διεύθυνσης Υγείας των Ζώων ο οποίος είναι και ο/η Αντιπρόεδρος,
  3. τον/την προϊστάμενο/η του Τμήματος Υγείας των Ζώων της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής Επιθεώρησης και Ελέγχου,
  4. τον/την υπεύθυνο/η κτηνίατρο του Προγράμματος από το ΤΖΥΖ,
  5. έναν/μία κτηνίατρο υπεύθυνο/η του ΔΙΚΕΖΩΚ της Διεύθυνσης Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών της Γενικής Διεύθυνσης Βιώσιμης Ζωικής Παραγωγής & Κτηνιατρικής, του ΥΠΑΑΤ,
  6. τον/την υπεύθυνο/η κτηνίατρο του Εθνικού Εργαστηρίου Αναφοράς Φυματίωσης.

Η Κεντρική Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά το έτος προκειμένου να αξιολογήσει την εφαρμογή του προγράμματος σε κάθε περιοχή της χώρας και σε ολόκληρη τη χώρα.

Σε περίπτωση που οι στόχοι του προγράμματος δεν επιτυγχάνονται σε κάποια περιοχή, η επιτροπή εξετάζει την κατάσταση, σχεδιάζει και προτείνει μέτρα για την επίλυση τυχόν προβλημάτων στην αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος και την επίτευξη των στόχων.

Στην παραπάνω περίπτωση, στην επιτροπή είναι δυνατόν να συμμετέχουν επιπλέον:

α) η Επιτροπή της Περιφέρειας, η οποία αποτελείται από:

  1. τον/την προϊστάμενο/η του Τμήματος Υγείας των Ζώων της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής της Περιφέρειας,
  2. τους/τις προϊστάμενους των Τμημάτων Κτηνιατρικής των ΔΑΟΚ των ΠΕ,
  3. τους/τις υπεύθυνους κτηνιάτρους για την εφαρμογή του προγράμματος που έχουν ορισθεί από τα Τμήματα Κτηνιατρικής των ΔΑΟΚ των ΠΕ,
  4. έναν/μία κτηνίατρο του πλησιέστερου Κτηνιατρικού Εργαστηρίου της περιοχής.

β) η Επιτροπή της Περιφερειακής Ενότητας (ΠΕ) , η οποία αποτελείται από:

  1. τον/την προϊστάμενο/η του Τμήματος Κτηνιατρικής της ΔΑΟΚ της ΠΕ,
  2. τον/την υπεύθυνο/η κτηνίατρο για την εφαρμογή του προγράμματος που έχει ορισθεί από το Τμήμα Κτηνιατρικής της ΔΑΟΚ της ΠΕ,
  3. έναν/μία κτηνίατρο του πλησιέστερου Κτηνιατρικού Εργαστηρίου της περιοχής.

Προαπαιτούμενα για την εφαρμογή του προγράμματος

Προκειμένου να εφαρμοσθεί το Πρόγραμμα είναι υποχρεωτικό:

1) Οι εκμεταλλεύσεις βοοειδών και το ζωικό τους κεφάλαιο πρέπει να είναι εγγεγραμμένα στο Σύστημα Αναγνώρισης και Καταγραφής και να πληρούν τις απαιτήσεις που περιγράφονται στους Κανονισμούς (ΕΚ) 1760/2000 και 911/2004, όπως ισχύουν.

2) Ο κτηνοτρόφος οφείλει να συλλαμβάνει και να συγκρατεί το ζώο για την εφαρμογή όλων των κτηνιατρικών πράξεων με τον ασφαλέστερο τρόπο για την αποφυγή τραυματισμού των συμμετεχόντων στην πράξη και τη μικρότερη καταπόνηση του ζώου και να παίρνει τα ίδια μέτρα βιοασφάλειας που παίρνει και ο κτηνίατρος (γάντια, γυαλιά, μάσκα κτλ). Ο κτηνίατρος μπορεί να αρνηθεί το φυματινισμό ή οποιαδήποτε άλλη κτηνιατρική πράξη, αν κρίνει ότι κινδυνεύει η ασφάλεια των συμμετεχόντων ή η ευζωία του ζώου.

3) Οι ΤΚΑ της ΠΕ να έχουν στη διάθεσή τους τον αναγκαίο τεχνικό εξοπλισμό και τα μέσα (αυτοκίνητα) για την εφαρμογή του προγράμματος.

ΜΕΤΡΑ ΕΚΡΙΖΩΣΗΣ ΤΗΣ ΦΥΜΑΤΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΒΟΟΕΙΔΩΝ

Χαρακτηρισμός των εκμεταλλεύσεων βοοειδών σε σχέση με τη Φυματίωση

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του Προγράμματος οι εκμεταλλεύσεις χαρακτηρίζονται ως εξής:

Α) Εκμετάλλευση άγνωστου υγειονομικού καθεστώτος (Τ1) χαρακτηρίζεται η εκμετάλλευση βοοειδών για την οποία δεν υπάρχει καμία πληροφορία όσον αφορά τη φυματίωση τα τελευταία πέντε (5) έτη.

Β) Εκμετάλλευση βοοειδών αρνητική ως προς τη φυματίωση (Τ2) χαρακτηρίζεται:

α) η εκμετάλλευση άγνωστου υγειονομικού καθεστώτος ως προς τη φυματίωση (Τ1), της οποίας όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων αντέδρασαν αρνητικά σε ενδοδερμικό φυματινισμό ή

β) η εκμετάλλευση Τ+ στην οποία διενεργούνται σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων οι διαδικασίες που περιγράφονται στο άρθρο 9 της παρούσης.

Στη φάση εξυγίανσης δεν επιτρέπεται η είσοδος/έξοδος ζώων παρά μόνο η μετακίνηση ζώων, με άδεια της αρμόδιας κτηνιατρικής αρχής, για άμεση σφαγή, καθώς και η μετακίνηση σύμφωνα με την παρέκκλιση του άρθρου 13 της παρούσης για τις μετακινήσεις ζώων.

Γ) Εκμετάλλευση βοοειδών επίσημα απαλλαγμένη φυματίωσης (Τ3) χαρακτηρίζεται η εκμετάλλευση στην οποία:

1.  α) όλα τα βοοειδή είναι απαλλαγμένα από κλινικά συμπτώματα φυματίωσης,

     β) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων έχουν δώσει αρνητικά αποτελέσματα στις δοκιμές φυματινισμού με τη διαδικασία που προβλέπεται λαμβάνοντας υπόψη το αρχικό καθεστώς της εγκατάστασης σύμφωνα με τα άρθρα 7,8 και 9 της παρούσας. Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, διενεργείται φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων κάθε 6-12 μήνες με αρνητικά αποτελέσματα,

   γ) στα σφάγια των βοοειδών της εκμετάλλευσης δε βρίσκονται παθογνωμονικές αλλοιώσεις του νοσήματος,

   δ) όλα τα νεοεισερχόμενα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων προέρχονται από Τ3 εκμεταλλεύσεις.

Σε αυτή την περίπτωση και εφόσον τα βοοειδή δεν προέρχονται από περιοχή απαλλαγμένη φυματίωσης, πρέπει να έχουν υποβληθεί σε δοκιμή φυματινισμού τον τελευταίο μήνα πριν την εισαγωγή τους ή μέσα σε ένα (1) μήνα από την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση παραμένοντας σε απομόνωση από τα υπόλοιπα ζώα και κατόπιν της σχετικής ενημέρωσης και έγκρισης της ΤΚΑ.

2. Σε περίπτωση έναρξης λειτουργίας νέας βοοτροφικής μονάδας, τα βοοειδή πρέπει να προέρχονται από εκμετάλλευση Τ3, να έχουν υποβληθεί σε δοκιμή φυματινισμού τον τελευταίο μήνα πριν την εισαγωγή τους ή μέσα σε ένα (1) μήνα από την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση και κατόπιν της σχετικής ενημέρωσης και έγκρισης της ΤΚΑ. Στη συνέχεια τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων υπόκεινται σε φυματινισμό δύο (2) μήνες μετά την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση και εφόσον τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3.

Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την σύσταση της νέας εκμετάλλευσης μέχρι και την έκδοση των αποτελεσμάτων, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3 σε αναστολή.

Για τη διατήρηση του καθεστώτος T3 πρέπει να τηρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις.

Δ) Εκμετάλλευση βοοειδών μολυσμένη από φυματίωση (Τ+) χαρακτηρίζεται η εκμετάλλευση:

1) στην οποία ανήκει έστω και ένα βοοειδές με επιβεβαιωμένη βακτηριολογική ή ιστολογική εξέταση,

2) στην οποία ανήκει έστω και ένα ζώο, το οποίο κατά τη δοκιμή φυματινισμού έδωσε θετικό αποτέλεσμα και δεν έχει διενεργηθεί ιστολογική και βακτηριολογική εξέταση,

3) στην οποία βρέθηκε έστω και ένα βοοειδές που κατά τη μεταθανάτια εξέταση διαπιστώθηκαν κλασικές οργανικές βλάβες από φυματίωση, ή που τα αποτελέσματα επιδημιολογικής έρευνας δηλώνουν πιθανή ύπαρξη φυματίωσης,

4) στην οποία βρέθηκε έστω και ένα βοοειδές που κατά τη μεταθανάτια εξέταση σχηματισθούν υπόνοιες για κρούσμα φυματίωσης και δεν έχουν διενεργηθεί ιστολογικές και βακτηριολογικές εξετάσεις. Η βακτηριολογική εξέταση όπου αναφέρεται ισχύει εφόσον υπάρχει δυνατότητα διενέργειάς της από αρμόδιο Κτηνιατρικό Εργαστήριο.

Ε) Εκμετάλλευση βοοειδών επίσημα απαλλαγμένη φυματίωσης σε αναστολή (Τ3 αναστολή) χαρακτηρίζεται η εκμετάλλευση όταν:

α) δεν τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα εφαρμογής του προγράμματος σε εκμεταλλεύσεις Τ3, καθώς και οι υπόλοιποι όροι της παραγράφου Γ) του άρθρου 5 της παρούσης.

β) υπάρχουν βοοειδή με ακατάληκτη αντίδραση στη δοκιμή απλού φυματινισμού εν αναμονή της επανεξέτασης ή

γ) υπάρχουν βοοειδή θετικά στη δοκιμή απλού φυματινισμού, αλλά αναμένουν επανεξέταση με ενδοδερμική συγκριτική δοκιμασία σε περίπτωση που υπάρχουν υποψίες για ψευδή θετική αντίδραση ή αντίδραση κατόπιν παρεμβολής άλλου παράγοντα ή

δ) υπάρχουν βοοειδή με ακατάληκτη αντίδραση στην ενδοδερμική συγκριτική δοκιμασία εν αναμονή της επανεξέτασης ή

ε) υπάρχουν βοοειδή που αντέδρασαν θετικά στο φυματινισμό με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν από την αγέλη και να οδηγηθούν προς σφαγή με σκοπό τη διεξαγωγή των ενδεδειγμένων μεταθανάτιων, εργαστηριακών και επιδημιολογικών εξετάσεων και αναμένεται το αποτέλεσμα των ιστολογικών και των βακτηριολογικών εξετάσεων.

Σε μη διενέργεια των εργαστηριακών εξετάσεων ,όπως περιγράφεται ανωτέρω, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ+ εφόσον τα αποτελέσματα επιδημιολογικής έρευνας δηλώνουν πιθανή ύπαρξη φυματίωσης.

στ) υπάρχουν βοοειδή που κατά την μεταθανάτια επιθεώρηση των σφαγίων τους σχηματίσθηκαν υπόνοιες για κρούσμα φυματίωσης και αναμένεται το αποτέλεσμα των ιστολογικών και των βακτηριολογικών εξετάσεων. Σε μη διενέργεια των εργαστηριακών εξετάσεων όπως περιγράφεται ανωτέρω, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ+ εφόσον τα αποτελέσματα επιδημιολογικής έρευνας δηλώνουν πιθανή ύπαρξη φυματίωσης.

ζ) σε περίπτωση έναρξης λειτουργίας νέας βοοτροφικής μονάδας, τα βοοειδή πρέπει να προέρχονται από εκμετάλλευση Τ3, να έχουν υποβληθεί σε δοκιμή φυματινισμού τον τελευταίο μήνα πριν την εισαγωγή τους ή μέσα σε ένα (1) μήνα από την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση και κατόπιν της σχετικής ενημέρωσης και έγκρισης της ΤΚΑ. Στη συνέχεια τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων υπόκεινται σε φυματινισμό δύο (2) μήνες μετά την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση και εφόσον τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3.

Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την σύσταση της νέας εκμετάλλευσης μέχρι και την έκδοση των αποτελεσμάτων, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3 σε αναστολή. Η βακτηριολογική εξέταση όπου αναφέρεται ισχύει εφόσον υπάρχει δυνατότητα διενέργειάς της από αρμόδιο Κτηνιατρικό Εργαστήριο.

Διαδικασία Φυματινισμού (Σύμφωνα με το Παράρτημα Β` του ΠΔ 308/2000, όπως ισχύει)

Κάθε 12 μήνες ελέγχονται με δοκιμή φυματινισμού (με βόεια φυματίνη – απλός φυματινισμός) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων, εκτός από την περίπτωση του άρθρου 2. Οι φυματινισμοί εκτελούνται με ένεση φυματίνης στο δέρμα του αυχένα. Τα σημεία ένεσης πρέπει να βρίσκονται στο όριο μεταξύ πρόσθιου και μέσου τρίτου του αυχένα.

Σε περίπτωση που ενίονται και οι δύο τύποι φυματίνης στο ίδιο ζώο, το σημείο για την ένεση φυματίνης avium θα απέχει περίπου 10 cm από την αυχενιαία ακρολοφία, ενώ το σημείο για την ένεση της φυματίνης bovis περίπου 12,5 cm χαμηλότερα σε γραμμή περίπου παράλληλη προς τη γραμμή του ώμου ή σε διαφορετικές πλευρές του αυχένα.

Σε νεαρά ζώα στα οποία δεν υπάρχει αρκετός χώρος, ώστε να διαχωρίζονται επαρκώς τα σημεία σε μια πλευρά του αυχένα, πραγματοποιείται μια ένεση σε κάθε πλευρά του αυχένα σε πανομοιότυπα σημεία στο κέντρο του μέσου τρίτου του αυχένα. Τα σημεία ένεσης πρέπει να αποτριχώνονται και να καθαρίζονται. Σε κάθε αποτριχωμένη περιοχή σχηματίζεται μεταξύ δείκτη και αντίχειρα πτυχή δέρματος η οποία μετριέται με παχύμετρο και το αποτέλεσμα της μέτρησης καταγράφεται.

Στη συνέχεια ενίεται η δόση φυματίνης με μέθοδο η οποία εξασφαλίζει ότι η φυματίνη χορηγείται ενδοδερμικά. Είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί μικρού μήκους αποστειρωμένη βελόνα, λοξοτμημένη στην άκρη, τοποθετημένη σε βαθμολογημένη σύριγγα όπου περιέχεται η φυματίνη. Η βελόνα εισάγεται πλαγίως στα βαθύτερα στρώματα του δέρματος. Η ορθή εκτέλεση της ένεσης επαληθεύεται με ψηλάφηση μικρής διόγκωσης, όπως το πίσο, σε κάθε σημείο ένεσης. 72 ώρες (+/- 4 ώρες) μετά την ένεση πρέπει να πραγματοποιηθεί και πάλι μέτρηση του πάχους της πτυχής του δέρματος σε κάθε σημείο ένεσης και το αποτέλεσμα της μέτρησης να καταγραφεί.

Η ερμηνεία αντιδράσεων βασίζεται σε κλινικές παρατηρήσεις και στην(στις) καταγραφείσα (-ες) αύξηση (-εις) του πάχους των πτυχών δέρματος στα σημεία ένεσης 72 ώρες μετά την ένεση φυματίνης (φυματινών).

α) Αρνητική αντίδραση: εφόσον παρατηρηθεί μόνον περιγραμμένη διόγκωση με αύξηση του πάχους της πτυχής του δέρματος που δεν υπερβαίνει τα 2 mm, χωρίς κλινικά σημεία, όπως μη περιγραμμένο ή εκτεταμένο οίδημα, εξίδρωση, νέκρωση, άλγος ή φλεγμονή των λεμφαδένων της περιοχής ή των γαγγλίων.

β) Ακατάληκτη αντίδραση: σε περίπτωση που δεν παρατηρηθούν κλινικά σημεία όπως τα αναφερόμενα στο στοιχείο α) και υπάρχει αύξηση του πάχους της δερματικής πτυχής μεγαλύτερη από 2 και μικρότερη από 4 mm.

γ) Θετική αντίδραση: εάν παρατηρηθούν κλινικά σημεία όπως μη περιγραμμένο ή εκτεταμένο οίδημα, εξίδρωση, νέκρωση, άλγος ή φλεγμονή των λεμφαδένων της περιοχής ή των γαγγλίων ή αύξηση του πάχους της δερματικής πτυχής κατά τουλάχιστον 4 mm στο σημείο ένεσης.

Ζώα με ακατάληκτη αντίδραση στο μοναδικό φυματινισμό υποβάλλονται σε νέα δοκιμή φυματινισμού (με βόεια φυματίνη) μετά από 42-60 ημέρες. Ζώα με όχι αρνητική αντίδραση στη δεύτερη αυτή δοκιμασία θεωρούνται ως θετικά στη δοκιμασία. Ζώα με θετική αντίδραση στο μοναδικό ενδοδερμικό φυματινισμό είναι δυνατόν να υποβληθούν σε συγκριτική ενδοδερμική δοκιμασία, σε περίπτωση που υπάρχουν υποψίες για ψευδή θετική αντίδραση ή αντίδραση κατόπιν παρεμβολής άλλου παράγοντα.

Ενδοδερμική συγκριτική διαδικασία (συγκριτικός φυματινισμός με bovis και avium) γίνεται σε περίπτωση που μετά από θετική αντίδραση στον απλό ενδοδερμικό φυματινισμό, υπάρχουν υποψίες για ψευδή θετική αντίδραση ή αντίδραση κατόπιν παρεμβολής άλλου παράγοντα, κατόπιν αξιολόγησης της επιζωοτιολογικής εικόνας της εκμετάλλευσης:

α) θετική: θετική αντίδραση για bovis, η οποία είναι περισσότερο από 4 mm μεγαλύτερη από την αντίδραση για avium, ή παρουσία κλινικών σημείων.

β) ακατάληκτη: θετική ή ακατάληκτη αντίδραση για bovis, η οποία είναι από 1 έως 4 mm μεγαλύτερη σε σχέση με την αντίδραση για avium, και απουσία κλινικών σημείων.

γ) αρνητική: αρνητική αντίδραση για bovis ή θετική ή ακατάληκτη αντίδραση για bovis, η οποία όμως είναι ίση ή μικρότερη από θετική ή ακατάληκτη αντίδραση για avium και απουσία κλινικών σημείων και στις δύο περιπτώσεις. Ζώα με ακατάληκτη αντίδραση στo συγκριτικό φυματινισμό υποβάλλονται σε νέο συγκριτικό φυματινισμό μετά από 42-60 ημέρες.

Τα βοοειδή που δεν είναι αρνητικά στο δεύτερο αυτό συγκριτικό φυματινισμό, θεωρούνται θετικά στη δοκιμασία.

Διαδικασία χαρακτηρισμού εκμετάλλευσης βοοειδών άγνωστου υγειονομικού καθεστώτος (Τ1) σε εκμετάλλευση επίσημα απαλλαγμένη (Τ3)

Στα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων εκτελείται απλός ενδοδερμικός φυματινισμός. Σε περίπτωση που τα αποτελέσματα του πρώτου ενδοδερμικού φυματινισμού είναι αρνητικά, τότε η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται αρνητική (Τ2) ως προς τη φυματίωση.

Σε διάστημα 6-8 μηνών από τον προηγούμενο διενεργείται απλός ενδοδερμικός φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων.

Εφόσον και τα αποτελέσματα και του δεύτερου ενδοδερμικού φυματινισμού είναι αρνητικά, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως επίσημα απαλλαγμένη φυματίωσης (Τ3) υπό την προϋπόθεση ότι:

α) Στο διάστημα μεταξύ των δύο ελέγχων, τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων που εισέρχονται στην εκμετάλλευση από περιοχές που δεν είναι επίσημα απαλλαγμένες φυματίωσης, θα πρέπει να έχουν αντιδράσει αρνητικά σε δοκιμή φυματινισμού εντός 30 ημερών πριν από την εισαγωγή ή εντός 30 ημερών μετά την εισαγωγή στην εκμετάλλευση. Στη δεύτερη περίπτωση πρέπει να έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη της ΤΚΑ και το ζώο να είναι σε απομόνωση και να μην έχει έλθει σε επαφή με τα υπόλοιπα ζώα της εκμετάλλευσης.

β) Τα βοοειδή της εκμετάλλευσης δεν έχουν έλθει σε επαφή με βοοειδή που ανήκουν σε εκμετάλλευση χαμηλότερου υγειονομικού καθεστώτος ως προς τη φυματίωση.

Διαδικασία αποκατάστασης εκμετάλλευσης με καθεστώς Τ3 αναστολή σε εκμετάλλευση Τ3

Στην εκμετάλλευση Τ3 σε αναστολή, το καθεστώς αποκαθίσταται εφόσον:

α) στην περίπτωση που η αναστολή οφείλεται σε θετική αντίδραση στο φυματινισμό ή σε υπόνοιες για κρούσμα φυματίωσης που σχηματίσθηκαν κατά τη μεταθανάτια επιθεώρηση τότε:

ακολουθεί θανάτωση των θετικών ζώων (που αντέδρασαν θετικά στο φυματινισμό), κρεοσκοπικός έλεγχος, διενέργεια εργαστηριακών δοκιμών (ιστολογικές και βακτηριολογικές).

Εφόσον διενεργηθούν όλες οι εργαστηριακές εξετάσεις και δεν επιβεβαιωθεί η παρουσία της φυματίωσης, τότε, διενεργείται απλός φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 6 εβδομάδων σε διάστημα 42-60 ημέρες μετά τη σφαγή και του τελευταίου ζώου που αντέδρασε θετικά και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας καθαρισμού και απολύμανσης.

Αν αυτός ο φυματινισμός δώσει αρνητικά αποτελέσματα, τότε το καθεστώς του επίσημα απαλλαγμένου αποκαθίσταται. Σε μη διενέργεια των εργαστηριακών εξετάσεων όπως περιγράφεται ανωτέρω η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ+ εφόσον τα αποτελέσματα επιδημιολογικής έρευνας δηλώνουν πιθανή ύπαρξη φυματίωσης.

β) στην περίπτωση που έχει γίνει αναστολή λόγω μη τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων διενεργείται φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων με αρνητικά αποτελέσματα.

γ) στην περίπτωση που η αναστολή οφείλεται στην αναμονή δεύτερης ενδοδερμικής δοκιμής μετά από ακατάληκτη αντίδραση (είτε απλού είτε συγκριτικού φυματινισμού) ή σε περίπτωση που υπάρχουν υποψίες για ψευδή θετική αντίδραση ή αντίδραση κατόπιν παρεμβολής άλλου παράγοντα κατά τον απλό ενδοδερμικό φυματινισμό και αναμένεται συγκριτικός φυματινισμός. Το καθεστώς Τ3 σε αναστολή παραμένει μέχρι την ολοκλήρωση των δοκιμών με αρνητικά αποτελέσματα.

δ) στην περίπτωση που η αναστολή οφείλεται σε έναρξη λειτουργίας νέας βοοτροφικής μονάδας, γίνει είσοδος βοοειδών από εκμετάλλευση Τ3, και αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες και τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα που προβλέπονται στο σημείο ζ, παράγραφος Ε, άρθρο 5 της παρούσας.

Η βακτηριολογική εξέταση όπου αναφέρεται ισχύει εφόσον υπάρχει δυνατότητα διενέργειάς της από αρμόδιο Κτηνιατρικό Εργαστήριο.

Διαδικασία για την εξυγίανση μολυσμένης εκμετάλλευσης βοοειδών από φυματίωση (Τ+) σε επίσημα απαλλαγμένη (Τ3)

I) Σε εκμετάλλευση βοοειδών Τ+, η οποία άνηκε σε καθεστώς Τ1 ή Τ2, ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία: Διενεργείται δοκιμή φυματινισμού σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων τουλάχιστον 60 ημέρες μετά τη σφαγή και του τελευταίου μολυσμένου βοοειδούς και αφού έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες καθαρισμού και απολύμανσης της εκμετάλλευσης. Εφόσον τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, διενεργείται επαναληπτικός απλός ενδοδερμικός φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων σε διάστημα 6-8 μηνών.

Εφόσον τα αποτελέσματα και του παραπάνω επαναληπτικού φυματινισμού είναι αρνητικά η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ2. Έξι – οκτώ (6-8) μήνες μετά από το χαρακτηρισμό της εκτροφής ως εκτροφή κατηγορίας Τ2 διενεργείται ενδοδερμικός φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων. Εφόσον τα αποτελέσματα του παραπάνω φυματινισμού είναι αρνητικά, η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3, υπό την προϋπόθεση ότι τα βοοειδή της εκμετάλλευσης δεν έχουν έλθει σε επαφή με βοοειδή που ανήκουν σε εκμεταλλεύσεις χαμηλότερου υγειονομικού καθεστώτος ως προς τη φυματίωση.

II) Σε εκμετάλλευση βοοειδών Τ+, η οποία άνηκε σε καθεστώς Τ3, ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία: Διενεργείται δοκιμή φυματινισμού σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων τουλάχιστον 60 ημέρες μετά τη σφαγή και του τελευταίου μολυσμένου βοοειδούς και αφού έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες καθαρισμού και απολύμανσης της εκμετάλλευσης.

Εφόσον τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, διενεργείται επαναληπτικός ενδοδερμικός φυματινισμός σε όλα τα βοοειδή άνω των 6 εβδομάδων σε διάστημα 4-6 μηνών. Εφόσον τα αποτελέσματα και του παραπάνω επαναληπτικού φυματινισμού είναι αρνητικά η εκμετάλλευση χαρακτηρίζεται ως Τ3, υπό την προϋπόθεση ότι τα βοοειδή της εκμετάλλευσης δεν έχουν έλθει σε επαφή με βοοειδή που ανήκουν σε εκμεταλλεύσεις χαμηλότερου υγειονομικού καθεστώτος ως προς τη φυματίωση.

Μέτρα σε εκμετάλλευση βοοειδών μολυσμένη από φυματίωση (Τ+) ή σε εκμετάλλευση Τ1 ή σε εκμετάλλευση Τ3 σε αναστολή ή σε εκμετάλλευση Τ2

Α) Τα μέτρα που λαμβάνονται στη μολυσμένη εκμετάλλευση (Τ+), περιγράφονται στην Απόφαση Λήψης Υγειονομικών Μέτρων (ΑΛΥΜ). Η έκδοση της ΑΛΥΜ δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 5 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση του θετικού αποτελέσματος.

Τα μέτρα είναι τα ακόλουθα:

1) η εκμετάλλευση τίθεται σε απομόνωση και απαγορεύεται η είσοδος και η έξοδος ζώων από αυτήν,

2) στις εισόδους και εξόδους της εκμετάλλευσης τοποθετούνται λεκάνες απολύμανσης για τα οχήματα και για τα υποδήματα ατόμων που κυκλοφορούν στην εκμετάλλευση,

3) εξαιρούνται της απαγόρευσης εξόδου τα ζώα που προορίζονται για άμεση σφαγή,

4) τα μολυσμένα ζώα καταγράφονται, σημαίνονται με διάτρηση του δεξιού αυτιού σε σχήμα “Τ” και απομονώνονται από τα υπόλοιπα ζώα της εκμετάλλευσης μέχρι τη σφαγή τους με ευθύνη του κτηνοτρόφου,

5) διενεργείται επιζωοτιολογική έρευνα προκειμένου να διαπιστωθεί η πηγή μόλυνσης, όπως επίσης και να επισημανθούν εκμεταλλεύσεις βοοειδών οι οποίες είναι επιδημιολογικά συνδεδεμένες με τη μολυσμένη εκμετάλλευση. Τα στοιχεία της επιδημιολογικής έρευνας θα καταγράφονται στο «Δελτίο Επιζωοτιολογικής Διερεύνησης» που έχει καθοριστεί με εγκύκλιο από το ΤΖΥΖ,

6) απαγορεύεται η συνύπαρξη στην εκμετάλλευση ζώων ευαίσθητων στη φυματίωση. Εφόσον υπάρχουν (πχ αιγοπρόβατα, άλογα, χοίροι, οικόσιτα πτηνά), αυτά απομακρύνονται εκτός της εκμετάλλευσης,

7) το γάλα που προέρχεται από τα βοοειδή που έδωσαν θετική ή ακατάληκτη αντίδραση σε φυματινισμό δε χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση. Συγκεντρώνεται σε ξεχωριστό δοχείο και καταστρέφεται σύμφωνα με τον Κανονισμό 1069/2009/ΕΚ και τον Κανονισμό 142/2011/ΕΕ ή είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί για διατροφή των ζώων, αφού προηγουμένως υποστεί την κατάλληλη θερμική επεξεργασία και ενημερωθεί εγγράφως η ΤΚΑ από τον κτηνοτρόφο,

8) το γάλα που προέρχεται από τα βοοειδή της μολυσμένης εκμετάλλευσης τα οποία έχουν δώσει αρνητική αντίδραση στο φυματινισμό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 853/2004 ΕΕ, Παράρτημα ΙΙΙ, τμήμα ΙΧ, κεφάλαιο Ι, παρ. 3α ,

9) η κόπρος και η στρωμνή των ζώων συγκεντρώνεται σε ειδικό σημείο και ψεκάζεται καθημερινά με κατάλληλο απολυμαντικό εγκεκριμένο από τον ΕΟΦ, εκτός εάν αυτή καλύπτεται με στρώμα χώματος. Απαγορεύεται η μεταφορά της κόπρου και της στρωμνής εκτός εκμετάλλευσης πριν περάσουν τουλάχιστο τρεις εβδομάδες από τον ψεκασμό τους,

10) η σφαγή των μολυσμένων ζώων ή των ζώων που έδωσαν ακατάληκτη αντίδραση σε φυματινισμό πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τον Καν. 854/2004 κεφ. ΙΧ §ΣΤ και το ΠΔ 79/2007 (ΦΕΚ 95Α /03.05.2007), το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της απόφασης λήψης μέτρων στον κτηνοτρόφο ή όπως ορίζει η εκάστοτε ΚΥΑ οικονομικών αποζημιώσεων και ενισχύσεων. Η μεταφορά των βοοειδών στο σφαγείο γίνεται βάσει της παραγράφου 2 άρθρο 13 της παρούσας και αφού ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να μην επεκταθεί η μόλυνση,

11) στο σφάγιο των μολυσμένων ζώων εκτελείται λεπτομερής κρεοσκοπικός έλεγχος και κατάσχονται τα όργανα που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. Συγκεκριμένα, όλο το κρέας των ζώων στα οποία η επιθεώρηση μετά τη σφαγή απεκάλυψε φυματιώδεις αλλοιώσεις σε ορισμένα όργανα ή περιοχές του σφαγίου πρέπει να χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Ωστόσο, όταν έχει διαπιστωθεί φυματιώδης αλλοίωση στα λεμφογάγγλια ενός μόνο οργάνου ή μέρους του σφαγίου, μπορούν να χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο μόνον το πληγέν όργανο ή το μέρος του σφαγίου και τα συναφή λεμφογάγγλια.

12) κατά την επιθεώρηση μετά τη σφαγή, συλλέγονται δείγματα από τις αλλοιώσεις των σφάγιων και αποστέλλονται στο αρμόδιο εργαστήριο για ιστολογική ή και βακτηριολογική εξέταση προκειμένου να επιβεβαιωθεί η ύπαρξη της νόσου.

13) μετά τη σφαγή και του τελευταίου μολυσμένου ζώου διενεργούνται δυο διαδικασίες καθαρισμού και απολύμανσης των χώρων και των εργαλείων της εκμετάλλευσης, υπό την επίβλεψη κτηνίατρου όπως περιγράφεται στο άρθρο 14δ της παρούσας,

14) μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών απολύμανσης στην εκμετάλλευση εκδίδεται βεβαίωση απολύμανσης που έχει καθοριστεί με εγκύκλιο του ΤΖΥΖ σε δύο αντίτυπα. Το ένα αντίτυπο παραδίδεται στον κτηνοτρόφο και τηρείται στο αρχείο της εκμετάλλευσης και το άλλο αντίτυπο τηρείται στο αρχείο της ΤΚΑ,

15) μετά την ανάγνωση του φυματινισμού και εφόσον διαπιστωθεί θετική ή ακατάληκτη αντίδραση, ο κτηνίατρος προσκομίζει προς υπογραφή στον κτηνοτρόφο έγγραφο «Δήλωσης Τήρησης Προσωρινών Μέτρων» μέχρι την έκδοση της ΑΛΥΜ.

Β) Τα μέτρα που λαμβάνονται στην εκμετάλλευση (Τ1) περιγράφονται στην Απόφαση Λήψης Υγειονομικών Μέτρων για Τ1 εκμεταλλεύσεις (ΑΛΥΜ-Τ1) και είναι τα ακόλουθα:

1) απαγορεύεται η διάθεση γάλακτος για ανθρώπινη κατανάλωση,

2) απαγορεύονται οι μετακινήσεις των βοοειδών για σφαγή/αναπαραγωγή/ πάχυνση. Εξαιρούνται της απαγόρευσης εξόδου τα ζώα που προορίζονται για άμεση σφαγή ή μετακινούνται βάσει της παραγράφου 2β του άρθρου 13, της παρούσας.

Γ) Τα μέτρα που λαμβάνονται στην εκμετάλλευση (Τ3 σε αναστολή) περιγράφονται στην Απόφαση Λήψης Υγειονομικών Μέτρων για Τ3 σε αναστολή εκμεταλλεύσεις (ΑΛΥΜ-Τ3 σε αναστολή) και είναι τα ακόλουθα:

1) απαγορεύεται η διάθεση γάλακτος για ανθρώπινη κατανάλωση,

2) απαγορεύονται οι μετακινήσεις των βοοειδών για σφαγή/αναπαραγωγή/ πάχυνση. Εξαιρούνται της απαγόρευσης εξόδου τα ζώα που προορίζονται για άμεση σφαγή ή μετακινούνται βάσει της παραγράφου 2β, άρθρο 13, της παρούσας.

Δ) Τα μέτρα που λαμβάνονται στην εκμετάλλευση (Τ2) περιγράφονται στην Απόφαση Λήψης Υγειονομικών Μέτρων για Τ2 εκμεταλλεύσεις (ΑΛΥΜ-Τ2) και είναι τα ακόλουθα:

απαγορεύονται οι μετακινήσεις των βοοειδών για σφαγή/αναπαραγωγή/ πάχυνση. Εξαιρούνται της απαγόρευσης εξόδου τα ζώα που προορίζονται για άμεση σφαγή ή μετακινούνται βάσει της παραγράφου 2β, άρθρο 13, της παρούσας.

Χαρακτηρισμός περιοχής (Δήμος ή ΠΕ) ως επίσημα απαλλαγμένης φυματίωσης

Προκειμένου να χαρακτηριστεί μια περιοχή (Δήμος ή ΠΕ) ως επίσημα απαλλαγμένη φυματίωσης είναι απαραίτητο:

α) το ποσοστό των Τ+ εκμεταλλεύσεων να μην υπερβαίνει κάθε έτος το 0,1 % των ενεργών εκμεταλλεύσεων που υπάρχουν στην περιοχή για έξι (6) συνεχή έτη και τουλάχιστον το 99,9% των εκμεταλλεύσεων να είναι χαρακτηρισμένες ως (Τ3) κάθε έτος και για έξι (6) συνεχή έτη. Ο υπολογισμός των ποσοστών θα γίνεται στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους,

β) να είναι σε εφαρμογή στην περιοχή σύστημα αναγνώρισης των βοοειδών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση των μετακινήσεων και η διαπίστωση της εκμετάλλευσης προέλευσης και προορισμού κάθε μετακινούμενου βοοειδούς,

γ) όλα τα βοοειδή που σφάζονται να υφίστανται επίσημο κρεοσκοπικό έλεγχο, Ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής αποδίδεται από το ΤΖΥΖ, μετά από μελέτη των στοιχείων που αφορούν τη μέχρι πρόσφατα πορεία εφαρμογής του προγράμματος και αφού εκτιμηθούν τα επιδημιολογικά δεδομένα κάθε ΠΕ. Ο χαρακτηρισμός αναστέλλεται ή αίρεται σε περίπτωση που δεν τηρηθούν τα προβλεπόμενα από το παρόν.

Μεταβολή της συχνότητας ελέγχου των εκμεταλλεύσεων (Τ3) σε μια περιοχή (Δήμο ή ΠΕ) για τη διατήρηση του καθεστώτος

Σε ένα Δήμο ή ΠΕ που δεν είναι χαρακτηρισμένος ως επίσημα απαλλαγμένος φυματίωσης, η συχνότητα διεξαγωγής των ελέγχων για τη διατήρηση του καθεστώτος στις εκμεταλλεύσεις Τ3, είναι δυνατό να μεταβληθεί ως ακολούθως, με την προϋπόθεση να έχει ελεγχθεί τουλάχιστον το 90% των ενεργών εκμεταλλεύσεων της περιοχής:

α) να μειωθεί και να γίνεται κάθε δύο έτη, εφόσον ο μέσος όρος των ποσοστών των μολυσμένων εκτροφών στον νομό την 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους στους δύο τελευταίους ετήσιους ελέγχους δεν υπερβαίνει το 1%.

β) να μειωθεί και να γίνεται κάθε τρία έτη ή η ηλικία των ζώων που υπόκεινται σε ενδοδερμικό φυματινισμό μπορεί να είναι 24 μήνες, εφόσον ο μέσος όρος των ποσοστών των μολυσμένων εκτροφών στον νομό την 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους στους δύο τελευταίους ελέγχους διετούς συχνότητας δεν υπερβαίνει το 0,2%.

γ) να μειωθεί και να γίνεται κάθε τέσσερα έτη εφόσον ο μέσος όρος των ποσοστών των μολυσμένων εκτροφών στον νομό την 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους στους δύο τελευταίους ελέγχους τριετούς συχνότητας δεν υπερβαίνει το 0,1%.

Στην περίπτωση αυτή η ΤΚΑ μπορεί να σταματήσει τους ελέγχους στις εκμεταλλεύσεις της εφόσον:

i) όλα τα βοοειδή που εισέρχονται στις εκμεταλλεύσεις της ΠΕ υφίστανται ενδοδερμικό φυματινισμό με αρνητικά αποτελέσματα.

ii) όλα τα βοοειδή που σφάζονται στην ΠΕ υπόκεινται σε επίσημο κρεοσκοπικό έλεγχο για την ύπαρξη αλλοιώσεων φυματίωσης και εφόσον διαπιστωθούν, αυτές υπόκεινται σε ιστολογικό και βακτηριολογικό έλεγχο προκειμένου να διαπιστωθεί αν οφείλονται σε μόλυνση από M. bovis.

Η συχνότητα του ελέγχου σε κάθε νομό μεταβάλλεται μετά από άδεια του ΤΖΥΖ, η οποία δίνεται μετά από μελέτη των στοιχείων που αφορούν τη μέχρι πρόσφατα πορεία εφαρμογής του προγράμματος και αφού εκτιμηθούν τα επιζωοτιολογικά δεδομένα κάθε ΠΕ. Η άδεια αναστέλλεται σε περίπτωση που δεν τηρηθούν τα προβλεπόμενα.

Μετακινήσεις βοοειδών και εκμεταλλεύσεων

1) επιτρέπονται μετακινήσεις εντός της Ελλάδας για σφαγή/αναπαραγωγή/ πάχυνση μόνο σε βοοειδή προερχόμενα από εκμεταλλεύσεις Τ3 συνοδευόμενα με το Υγειονομικό Πιστοποιητικό του Παραρτήματος ΣΤ Υπόδειγμα 1 του ΠΔ 308/2000 (ΦΕΚ Α` 252). Επίσημο αντίγραφο του Υγειονομικού Πιστοποιητικού θα παραδίδεται εντός 7 εργάσιμων ημερών στην ΤΚΑ προορισμού σε περίπτωση μετακίνησης του/των ζώου/ων ή άμεσα στον κρεοσκόπο κτηνίατρο του σφαγείου σε περίπτωση σφαγής του/των ζώου/ων, έτσι ώστε να ελέγχεται η άφιξη του/των ζώου/ων της εκμετάλλευσης. Τα ζώα κατά τις μετακινήσεις προς άλλη εκμετάλλευση θα πρέπει να έχουν αντιδράσει αρνητικά σε δοκιμή φυματινισμού εντός 30 ημερών πριν από την εισαγωγή ή εντός 30 ημερών μετά την εισαγωγή στην εκμετάλλευση με την προϋπόθεση ότι τα ζώα αυτά θα βρίσκονται σε απομόνωση στην νέα εκμετάλλευση για χρονικό διάστημα 30 ημερών και εφόσον υπάρχει έγγραφη συναίνεση από την ΤΚΑ προορισμού κατά τις μετακινήσεις ζώων από μια ΠΕ σε άλλη ΠΕ.

2) α) σε βοοειδή προερχόμενα από εκμεταλλεύσεις Τ+, Τ1, Τ2 και Τ3 σε αναστολή επιτρέπεται μόνο η διακίνηση ζώων που προορίζονται για άμεση σφαγή συνοδευόμενα με το «Έγγραφο Κυκλοφορίας – Υγειονομικό Πιστοποιητικό για Άμεση Σφαγή Βρουκέλλωσης/Φυματίωσης/Ενζωοτικής Λεύκωσης». β) κατά παρέκκλιση δύνανται τα βοοειδή εκμεταλλεύσεων Τ1, Τ2, Τ3 σε αναστολή να μετακινούνται για θερινή ή χειμερινή διαβίωση σε άλλους βοσκότοπους όπου συνυπάρχουν άλλα ευπαθή είδη ζώων ιδίου υγειονομικού καθεστώτος από πλευράς φυματίωσης-βρουκέλλωσης-ενζωοτικής λεύκωσης και να εξασφαλίζεται ότι δεν θα είναι δυνατή η επαφή με ζώα διαφορετικού υγειονομικού καθεστώτος και τα ζώα στον τόπο της νέας διαμονής θα είναι κάτω από απόλυτο κτηνιατρικό έλεγχο.

Στην ανωτέρω περίπτωση η μετακίνηση διενεργείται κατόπιν έκδοσης «Εγγράφου Κυκλοφορίας – Υγειονομικού Πιστοποιητικού Βοοειδών από μη επίσημα απαλλαγμένες εκμεταλλεύσεις» για Μετακίνηση Βοοειδών της ΤΚΑ και με την προϋπόθεση ότι θα έχουν σφαγεί όλα τα θετικά για φυματίωση/βρουκέλλωση/ενζωοτική λεύκωση βοοειδή της εκμετάλλευσης προέλευσης. Εφόσον ο προορισμός των βοοειδών είναι σε διαφορετική ΠΕ από την ΠΕ προέλευσης αυτών, τότε απαιτείται επιπρόσθετα έγγραφη συναίνεση της ΤΚΑ προορισμού και υποχρέωσή της για την εφαρμογή των προγραμμάτων σε αυτά. Για την παραπάνω περίπτωση το «Έγγραφο Κυκλοφορίας – Υγειονομικό Πιστοποιητικό Βοοειδών από μη επίσημα απαλλαγμένες εκμεταλλεύσεις» θα εκδίδεται σε τέσσερα (4) αντίγραφα από την ΤΚΑ προέλευσης της εκμετάλλευσης, αφού προηγηθεί έγγραφη συναίνεση της ΤΚΑ προορισμού στην περίπτωση που η ΠΕ προέλευσης είναι διαφορετική από την ΠΕ προορισμού.

Τεκμηρίωση ελέγχων

α) Δελτίο Φυματινισμού: μετά τη διενέργεια της δοκιμής φυματινισμού συμπληρώνεται το σχετικό έντυπο σε δύο αντίτυπα. Το ένα αντίτυπο παραδίδεται στον κτηνοτρόφο και τηρείται στο αρχείο της εκτροφής. Το άλλο αντίτυπο τηρείται στο αρχείο της ΤΚΑ στον αντίστοιχο φάκελο του κτηνοτρόφου.

β) Δελτίο Διμηνιαίας Εποπτείας (ΔΔΕ) προγράμματος εκρίζωσης της φυματίωσης: η εξέλιξη του προγράμματος ελέγχου της φυματίωσης σε κάθε ΠΕ και η επιζωοτιολογική κατάσταση αποτυπώνονται στο σχετικό έγγραφο. Κάθε ΠΕ συμπληρώνει τα απαραίτητα στοιχεία και αποστέλλει το ΔΔΕ στο ΤΖΥΖ ανά δίμηνο.

γ) Δελτίο επιζωοτιολογικής διερεύνησης: σε κάθε εκμετάλλευση Τ+ διεξάγεται επιζωοτιολογική έρευνα, τα στοιχεία της οποίας καταγράφονται στο σχετικό έντυπο το οποίο τηρείται στην ΤΚΑ προκειμένου να εκτιμηθεί το πρόβλημα της μόλυνσης στη περιοχή και να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα από το Τμήμα Κτηνιατρικής της ΠΕ.

Σε περίπτωση καθολικής σφαγής αποστέλλεται αντίγραφο του δελτίου επιζωοτιολογικής διερεύνησης στο ΤΖΥΖ. δ) Βεβαίωση απολύμανσης: Ο πρώτος καθαρισμός και απολύμανση διενεργούνται 1-7 ημέρες μετά τη σφαγή του τελευταίου θετικού βοοειδούς. Ο δεύτερος καθαρισμός και απολύμανση στην εκμετάλλευση διενεργούνται σε χρονικό διάστημα το αργότερο 15 ημερών από την σφαγή του τελευταίου θετικού βοοειδούς και αφού έχουν μεσολαβήσει τουλάχιστον 7 ημέρες από την ολοκλήρωση του πρώτου. Μετά τη διενέργεια εργασιών καθαρισμού και απολύμανσης συμπληρώνεται το σχετικό έντυπο σε δύο αντίτυπα. Το ένα αντίτυπο παραδίδεται στον κτηνοτρόφο και τηρείται στο αρχείο της εκμετάλλευσης. Το άλλο αντίτυπο τηρείται στο αρχείο της ΤΚΑ στον αντίστοιχο φάκελο του κτηνοτρόφου. Η βεβαίωση απολύμανσης συνοδεύεται από πρόσφατο τιμολόγιο αγοράς απολυμαντικού τύπου 3 για κτηνιατρική χρήση εγκεκριμένο από τον ΕΟΦ. Η απολύμανση αποτελεί υποχρεωτικό μέτρο στo πλαίσιo καταπολέμησης της ασθένειας, διενεργείται στα χρονικά όρια που αναφέρει η «απόφαση λήψης μέτρων εξυγίανσης σε μολυσμένη εκμετάλλευση» και ακολουθείται πιστά η διαδικασία που καθορίζεται με σχετική εγκύκλιο του ΤΖΥΖ. Ο καθορισμός και η απολύμανση δύναται να διενεργηθεί και από ιδιώτη κτηνίατρο υπό την εποπτεία της ΤΚΑ. Η μορφή των παραπάνω εντύπων καθορίζεται με σχετική εγκύκλιο του ΤΖΥΖ.

ΣΦΑΓΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ ΒΟΟΕΙΔΩΝ

Σφαγή ζώων από εκμετάλλευση μη επίσημα απαλλαγμένη

 1) Τα βοοειδή που έδωσαν θετική αντίδραση στη δοκιμή φυματινισμού, σημαίνονται με διάτρηση στο δεξί αυτί σε σχήμα «Τ» και σφάζονται υποχρεωτικά σε χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της απόφασης λήψης μέτρων στον κτηνοτρόφο. Κατά παρέκκλιση, σε περίπτωση αδυναμίας διάθεσης στην αγορά κρέατος, τα βοοειδή μπορούν να οδηγηθούν στο σφαγείο σε χρονικό διάστημα μέχρι εξήντα (60) ημερών, όπως ορίζεται στην ετήσια ΚΥΑ οικονομικών αποζημιώσεων και ενισχύσεων. Η έκδοση της απόφασης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 5 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση του θετικού αποτελέσματος.

2) Τα βοοειδή που έδωσαν αρνητική αντίδραση στη δοκιμή φυματινισμού, προέρχονται από εκμεταλλεύσεις κατώτερου υγειονομικού καθεστώτος (Τ+, Τ1, Τ2, Τ3 σε αναστολή) και ο κτηνοτρόφος επιθυμεί να τα οδηγήσει στο σφαγείο μετακινούνται με το «Έγγραφο Κυκλοφορίας – Υγειονομικό Πιστοποιητικό για Άμεση Σφαγή Βρουκέλλωσης/Φυματίωσης/Ενζωοτικής Λεύκωσης». 3) Η σφαγή των παραπάνω βοοειδών γίνεται σε προκαθορισμένο σφαγείο και σε συγκεκριμένη ημέρα και ώρα που ορίζει με απόφαση του το Τμήμα Κτηνιατρικής της ΠΕ.

Εφόσον κατά τον κρεοσκοπικό έλεγχο διαπιστωθούν αλλοιώσεις φυματιώδους τύπου, συλλέγονται και αποστέλλονται για εργαστηριακό έλεγχο στο ΕΕΑΦ στη Διεύθυνση Κτηνιατρικού Κέντρου Αθηνών ή στο αρμόδιο Τμήμα στη Διεύθυνση Κτηνιατρικού Κέντρου Θεσσαλονίκης. Τα βοοειδή σφάζονται μετά την ολοκλήρωση των σφαγών των υπόλοιπων ζώων του σφαγείου κατ’εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων βιοασφάλειας. Το όχημα μεταφοράς των βοοειδών καθαρίζεται, απολυμαίνεται και εκδίδεται από τον Επίσημο Κτηνίατρο του σφαγείου «Βεβαίωση Καθαρισμού – Απολύμανσης Μεταφορικού Μέσου».

Καθολική σφαγή μολυσμένης από φυματίωση εκμετάλλευσης

Σε περίπτωση που σε μια κτηνοτροφική εγκατάσταση (δηλαδή στην ίδια επιδημιολογική μονάδα) συνυπάρχουν περισσότερες από μια βοοτροφικές εκμεταλλεύσεις, τότε η ΤΚΑ μπορεί να εισηγηθεί την καθολική σφαγή των βοοειδών της εκμετάλλευσης μόνο εφόσον το ποσοστό των βοοειδών άνω των 6 εβδομάδων που αντέδρασαν θετικά στο φυματινισμό υπερβαίνει το 50% επί του συνόλου των ζώων όλων των εκμεταλλεύσεων.

Η καταβολή αποζημίωσης στον κάτοχο των ζώων διενεργείται μόνο για τα θετικά ζώα και τα αρνητικά θηλυκά βοοειδή της εκμετάλλευσης, εφόσον τηρούνται τα υγειονομικά μέτρα, σύμφωνα με την εκάστοτε ετήσια ΚΥΑ οικονομικών αποζημιώσεων και ενισχύσεων.

Το ποσοστό μόλυνσης του 50% προκύπτει από το λόγο του αριθμού των θετικών βοοειδών προς τον συνολικό αριθμό των βοοειδών, από τα οποία έγινε φυματινισμός, σύμφωνα με το πρόγραμμα. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται απόφαση λήψης υγειονομικών μέτρων (ΑΛΥΜ) για τα θετικά ζώα σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 της ΚΥΑ 432/20486 (ΦΕΚ Β` 345/14-04-2014, όπως ισχύει). Εντός 30 ημερών συνεδριάζει η επιτροπή της ΠΕ του άρθρου 3, παράγραφος Η της παρούσας και συντάσσει άμεσα το πρακτικό επιτροπής. Στη συνέχεια μαζί με τα υπόλοιπα δικαιολογητικά όπως καθορίζονται με σχετική εγκύκλιο από το ΤΖΥΖ, το Τμήμα Κτηνιατρικής της ΠΕ ζητάει την έγκριση για καθολική σφαγή από τη ΔΥΖ του ΥΠΑΑΤ. Μετά την έγκριση από τη ΔΥΖ του ΥΠΑΑΤ εκδίδεται νέα ΑΛΥΜ για τα αρνητικά ζώα.

Επανασύσταση εκμετάλλευσης βοοειδών

Σε περίπτωση που όλα τα βοοειδή μιας εκμετάλλευσης έχουν σφαγεί, πριν την επανεισαγωγή ζώων στην εκμετάλλευση, τα κτίρια, οι εγκαταστάσεις και τα εργαλεία της εκμετάλλευσης πρέπει να καθαριστούν και να απολυμανθούν υποχρεωτικά άσχετα εάν γίνει επανασύσταση της εκμετάλλευσης, υπό την επίβλεψη κτηνίατρου.

Μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών καθαρισμού και απολύμανσης των χώρων της εκμετάλλευσης εκδίδεται το σχετικό πιστοποιητικό από τον υπεύθυνο κτηνίατρο της ΤΚΑ. Η επανασύσταση της εκμετάλλευσης διενεργείται τουλάχιστον 60 ημέρες μετά τη σφαγή των ζώων της εκμετάλλευσης και αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες καθαρισμού και απολύμανσης.

Προκειμένου αυτή να χαρακτηριστεί ως επίσημα απαλλαγμένη (Τ3) θα πρέπει όλα τα ζώα που θα τη συγκροτήσουν να προέρχονται από εκμεταλλεύσεις Τ3 και να ακολουθούνται οι διαδικασίες του σημείου Γ, άρθρο 5 της παρούσας και του άρθρου 9 της παρούσας.

Αποζημιώσεις ζώων που σφάχτηκαν σε εφαρμογή του Προγράμματος

Κατά την εφαρμογή του Προγράμματος όλα τα ζώα που θα σφαγούν μετά το θετικό αποτέλεσμα του φυματινισμού αποζημιώνονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ετήσιες ΚΥΑ οικονομικών αποζημιώσεων και ενισχύσεων που προκύπτουν από την επιβολή κτηνιατρικών μέτρων εξυγίανσης του ζωικού κεφαλαίου της χώρας, εφόσον τηρούνται τα προβλεπόμενα υγειονομικά μέτρα από πλευράς των κτηνοτρόφων.

Η αποζημίωση των ζώων καταβάλλεται στους ιδιοκτήτες το αργότερο εντός 90 ημερών από την ημέρα υποβολής αίτησης για αποζημίωση προς την ΤΚΑ.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Κυρώσεις

Στους μη συμμορφούμενους με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης και των μέτρων που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή της, καθώς και των κτηνοτρόφων που δε συνεργάζονται με την ΤΚΑ δεν καταβάλλονται αποζημιώσεις και επιπλέον επιβάλλονται οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στο Ν. 4235 (ΦΕΚ Α` 32/11-02-2014), όπως ισχύει.