Με δεδομένο ότι περίπου το 80% των καλλιεργειών και των άγριων ανθοφόρων φυτών εξαρτώνται από την επικονίαση, η απώλεια επικονιαστών αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη φύση, την ανθρώπινη ευημερία και την επισιτιστική ασφάλεια, καθώς θέτει σε κίνδυνο τη βιώσιμη μακροπρόθεσμη γεωργική παραγωγή.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τη «Νέα συμφωνία για τους επικονιαστές», με στόχο την αντιμετώπιση της ανησυχητικής μείωσής τους. Ας δούμε, όμως, γιατί αυτή η συμφωνία είναι τόσο σημαντική.

Γιατί χρειαζόμαστε μια αναθεωρημένη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τους επικονιαστές;

Περίπου τέσσερα στα πέντε είδη καλλιεργούμενων και άγριων ανθοφόρων φυτικών ειδών στην Ευρώπη εξαρτώνται, τουλάχιστον έως έναν βαθμό, από τη ζωική επικονίαση που πραγματοποιείται από χιλιάδες είδη εντόμων. Τα απτά οφέλη των επικονιαστών για την οικονομία είναι ιδιαίτερα ορατά στην παραγωγή τροφίμων, δεδομένου ότι η ζωική επικονίαση συνεισφέρει τουλάχιστον 5 δισ. EUR ετησίως στη γεωργική παραγωγή της ΕΕ. Για ορισμένες καλλιέργειες, η συνεισφορά των επικονιαστών μπορεί να ανέρχεται στο ήμισυ της αγοραίας αξίας της παραγωγής. Ωστόσο, τα περισσότερα από τα βασικά οφέλη των επικονιαστών παραμένουν μη ποσοτικά προσδιορισμένα, όπως η συμβολή τους στη διατροφική ασφάλεια και η διατήρηση της υγείας και της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων μέσω της επικονίασης των άγριων φυτών.

Όμως, τα έντομα επικονίασης έχουν μειωθεί δραματικά ως προς την ποικιλομορφία και αφθονία τους τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ πολλά από αυτά απειλούνται με εξαφάνιση. Αυτό θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία του οικοσυστήματος και, κατά συνέπεια τις οικονομικές δραστηριότητες και την ευημερία του ανθρώπου, τα οποία εξαρτώνται από αυτήν.

Το 2018 η ΕΕ ενέκρινε την πρώτη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές, η οποία έθεσε σε εφαρμογή ειδικά εργαλεία πολιτικής για την αντιμετώπιση της μείωσης των επικονιαστών, κινητοποίησε διατομεακή δράση και οδήγησε σε σημαντική πρόοδο στην παρακολούθηση των επικονιαστών. Η εν λόγω πρωτοβουλία συμπλήρωσε τα υφιστάμενα μέτρα που είναι επωφελή για τους επικονιαστές στο πλαίσιο διαφόρων πολιτικών της ΕΕ, ιδίως στο πλαίσιο των οδηγιών για τα πτηνά και τους οικοτόπους, της νομοθεσίας της ΕΕ για τα φυτοφάρμακα, της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), της πολιτικής συνοχής και της πολιτικής για την έρευνα και την καινοτομία.

Η τωρινή αναθεώρηση αποτελεί συνέχεια της επανεξέτασης της προόδου προς την υλοποίηση της πρωτοβουλίας για τους επικονιαστές, του Μαΐου του 2021, η οποία κατέδειξε ότι, ενώ η πρωτοβουλία εξακολουθεί να αποτελεί έγκυρο εργαλείο πολιτικής, χρειάζεται ακόμη να αντιμετωπιστούν σημαντικές προκλήσεις για την ανάσχεση και την αντιστροφή της μείωσης των επικονιαστών. Αποτελεί επίσης συνέχεια της ειδικής έκθεσης του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις δράσεις της ΕΕ για την προστασία των άγριων επικονιαστών. Στην εν λόγω έκθεση εντοπίστηκαν κενά στις βασικές πολιτικές της ΕΕ για την αντιμετώπιση των κύριων απειλών για τους άγριους επικονιαστές και επισημάνθηκε η ανάγκη καλύτερης ενσωμάτωσης δράσεων για την προστασία των άγριων επικονιαστών στις ενωσιακές πολιτικές για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και τη γεωργία, καθώς και βελτίωσης της προστασίας των άγριων επικονιαστών από τα φυτοφάρμακα.

Ποιο είναι το μέγεθος της μείωσης των επικονιαστών; Πώς θα παρακολουθείται;

Ωστόσο, η Ευρώπη και ο κόσμος αντιμετωπίζουν πολύ μεγάλη μείωση του αριθμού των άγριων επικονιαστών. Ο πληθυσμός περίπου ενός στα τρία είδη μελισσών, πεταλούδων και συρφίδων μειώνεται. Επιπλέον, ένα στα δέκα είδη μελισσών και πεταλούδων και ένα στα τρία είδη συρφίδων απειλούνται με εξαφάνιση. Παρόλο που τα στοιχεία αυτά κρούουν ήδη τον κώδωνα του κινδύνου, η πλήρης εικόνα δεν είναι ακόμη γνωστή. Για παράδειγμα, για περισσότερα από τα μισά είδη μελισσών δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την αξιολόγηση της κατάστασης ή των τάσεων τους.

Για την κατανόηση της πλήρους έκτασης του προβλήματος, την παρακολούθηση των επιπτώσεων των δράσεων πολιτικής και την αξιολόγηση του κατά πόσον επιτεύχθηκαν οι στόχοι πολιτικής, είναι ζωτικής σημασίας να υπάρχει ένα ισχυρό σύστημα παρακολούθησης των επικονιαστών. Η αναθεωρημένη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές προτείνει τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη αναπτύσσουν μια μεθοδολογία παρακολούθησης, με βάση τις τεχνικές επιλογές για ένα ενωσιακό σύστημα παρακολούθησης των επικονιαστών (EU-PoMS), την οποία και θα πρέπει να οριστικοποιήσουν. Τα κράτη μέλη θα πρέπει στη συνέχεια να εφαρμόσουν το εν λόγω σύστημα, ώστε να καταστεί δυνατή η συστηματική συλλογή δεδομένων. Αυτό θα μας δώσει πλήρη εικόνα του προβλήματος και θα μας παράσχει πληροφορίες για να αξιολογήσουμε κατά πόσον η μείωση των επικονιαστών έχει αντιστραφεί.

Επιπλέον, ένα ισχυρό σύστημα παρακολούθησης σε επίπεδο ΕΕ θα επιτρέψει την εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων διατήρησης και αποκατάστασης για τους πληθυσμούς επικονιαστών.

Ποιες είναι οι κύριες αιτίες μείωσης των επικονιαστών;

Οι τρέχουσες επιστημονικές γνώσεις δείχνουν ότι δεν υπάρχει ούτε ένας μοχλός μείωσης των επικονιαστών. Στην έκθεση-ορόσημο για τους επικονιαστές, η οποία εκδόθηκε από τη Διακυβερνητική Πλατφόρμα Επιστήμης-Πολιτικής για τη Βιοποικιλότητα και τις Οικοσυστημικές Υπηρεσίες (IPBES), η αλλαγή της χρήσης γης, η εντατική γεωργική διαχείριση και η χρήση φυτοφαρμάκων, η ρύπανση του περιβάλλοντος, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, τα παθογόνα και η κλιματική αλλαγή αναφέρονται ως οι κυριότερες απειλές για τους επικονιαστές. Οι εν λόγω παράγοντες συχνά συνδυάζονται, με αποτέλεσμα συνδυασμένες επιδράσεις που ασκούν ισχυρή πίεση στους επικονιαστές.

Πώς θα αντιμετωπίσει η αναθεωρημένη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές τις επιπτώσεις των φυτοφαρμάκων στους επικονιαστές;

Η ΕΕ διαθέτει ήδη ένα από τα αυστηρότερα ρυθμιστικά συστήματα στον κόσμο όσον αφορά την έγκριση φυτοφαρμάκων. Με την αναθεωρημένη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές, η Επιτροπή θα ενισχύσει την τρέχουσα εκτίμηση επικινδυνότητας των φυτοφαρμάκων στις μέλισσες, με στόχο να διασφαλιστεί ότι τα φυτοφάρμακα που επιτρέπονται στην ΕΕ δεν συνιστούν απειλή για τις μέλισσες. Όταν διαπιστώνονται επιβλαβείς επιπτώσεις στους επικονιαστές, θα λαμβάνονται νομικά μέτρα για τον περιορισμό ή την απαγόρευση της χρήσης των εν λόγω φυτοφαρμάκων.

H Επιτροπή θα συμβάλει επίσης στη διασφάλιση της εφαρμογής της ολοκληρωμένης διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών και στη βελτίωση των εναρμονισμένων δεικτών κινδύνου προκειμένου να μειωθούν οι πιθανές επιπτώσεις των εγκεκριμένων φυτοφαρμάκων στους επικονιαστές.  Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις άδειες έκτακτης ανάγκης που χορηγούνται από τα κράτη μέλη για φυτοφάρμακα που είναι επιβλαβή για τους επικονιαστές. Όταν οι άδειες έκτακτης ανάγκης δεν είναι δικαιολογημένες, η Επιτροπή θα εκδίδει αποφάσεις που θα απαγορεύουν στα κράτη μέλη να τις επαναλαμβάνουν.

Γιατί η αναθεωρημένη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές επικεντρώνεται στους άγριους επικονιαστές;

Η ΕΕ έχει ήδη θεσπίσει ειδικές δράσεις για τους οικόσιτους επικονιαστές, στηρίζοντας την υγεία των μελισσών και τη μελισσοκομία. Οι προσπάθειες αυτές αντιμετωπίζουν ζητήματα που αφορούν αποκλειστικά τις μέλισσες (κτηνιατρικά θέματα, μελισσοκομικές πρακτικές κ.ά.).

Ωστόσο, η συντριπτική πλειονότητα των επικονιαστών είναι άγρια είδη. Στην Ευρώπη, οι επικονιαστές είναι κυρίως έντομα, ιδίως μέλισσες και συρφίδες, αλλά και πεταλούδες, σκώροι, ορισμένα σκαθάρια και άλλα έντομα μύγας. Οι μέλισσες είναι οι πιο δημοφιλείς επικονιαστές. Υπάρχουν σχεδόν 2.000 άγρια είδη μελισσών στην ΕΕ. Εστιάζοντας στα άγρια είδη επικονιαστών, η πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές αντιμετωπίζει προκλήσεις κοινές για όλους τους επικονιαστές. Ως εκ τούτου, θα συμβάλει ουσιαστικά και στην υγεία των μελισσών και θα συμπληρώσει την υφιστάμενη στήριξη της ΕΕ για την υγεία των μελισσών και τη μελισσοκομία.

Ο πλούτος των ειδών και η αφθονία των επικονιαστών στηρίζουν την αποτελεσματική και σταθερή επικονίαση των καλλιεργειών σε βάθος χρόνου και χώρου και, με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζουν βελτιωμένη ποσότητα και ποιότητα των αποδόσεων των καλλιεργειών. Η ποικιλότητα διασφαλίζει την επικονίαση των φυτών ακόμη και σε περιπτώσεις όπου ορισμένα είδη αποτυγχάνουν. Επιτρέπει την ανθεκτικότητα στο συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον και λειτουργεί ως απόθεμα ασφαλείας σε περίπτωση απρόβλεπτων ή αβέβαιων σημαντικών αλλαγών, ιδίως στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής.

Ποιος είναι ο ρόλος της νέας Κοινής Γεωργικής Πολιτικής της ΕΕ στην αντιστροφή της μείωσης των άγριων επικονιαστών; 

Η νέα Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ) για την περίοδο 2023-2027 διαθέτει ενισχυμένη πράσινη αρχιτεκτονική, η οποία θα διασφαλίσει:

  • πιο απαιτητικούς όρους που πρέπει να τηρούνται από τους γεωργούς που επωφελούνται από τη στήριξη της ΚΓΠ, συμπεριλαμβανομένων των μη παραγωγικών περιοχών, των ζωνών ανάσχεσης, της προστασίας των υγροτόπων, των τυρφώνων και των ευαίσθητων λειμώνων κ.λπ.·
  • νέα οικολογικά προγράμματα, τα οποία θα συγκεντρώνουν τουλάχιστον το 25 % του προϋπολογισμού για άμεσες ενισχύσεις·
  • ένα σύνολο μέσων αγροτικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης για πράσινες επενδύσεις, όπως η γεωργία ακριβείας, με την απαίτηση να διατεθεί σημαντικό μέρος του κονδυλίου για την αγροτική ανάπτυξη (τουλάχιστον 35 % συμπεριλαμβανομένης της καλής μεταχείρισης των ζώων).

Κατά συνέπεια, τα στρατηγικά σχέδια της ΚΓΠ που αναπτύσσονται από τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν διάφορες αμειβόμενες δράσεις για τους γεωργούς και άλλους δικαιούχους με υψηλό δυναμικό προστασίας των επικονιαστών, όπως η βιολογική γεωργία, η μελισσοκομία, η γεωργοδασοκομία και άλλες αγροοικολογικές πρακτικές που έχουν αποδειχθεί φιλικές προς τους επικονιαστές. Διάφορα σχέδια αποσκοπούν στη δημιουργία περιοχών παροχής τροφής για άγριους επικονιαστές, όπως ζώνες ανθέων, στην καλλιέργεια ετήσιων μελιφόρων φυτών ή σε άλλα κατάλληλα χαρακτηριστικά του τοπίου.

Άλλες δεσμεύσεις αφορούν τον καθορισμό μη παραγωγικών εκτάσεων σε αρόσιμη γη προκειμένου να βελτιωθεί, μεταξύ άλλων, η κατάσταση των επικονιαστών και να αυξηθεί η προσφορά τροφής για τα έντομα επικονίασης. Τα σχέδια ενδέχεται επίσης να αποσκοπούν στην αντικατάσταση των χημικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων με βιολογικές μεθόδους καταπολέμησης των επιβλαβών οργανισμών, συμβάλλοντας σημαντικά στην προστασία των μελισσών.

Τι κάνει η διεθνής κοινότητα για την αντιμετώπιση του προβλήματος και πώς θα συμβάλει η πρωτοβουλία σε αυτό;

Για την αντιμετώπιση της κρίσης στον τομέα της βιοποικιλότητας έγιναν προσπάθειες σε παγκόσμιο επίπεδο από τη 15η Διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών της Σύμβασης των ΗΕ για τη βιολογική ποικιλότητα (COP15) τον Δεκέμβριο του 2022. Οι παγκόσμιες αυτές προσπάθειες πρέπει να συνοδευτούν από φιλόδοξα μέτρα για την προστασία και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας σε επίπεδο ΕΕ, αναπόσπαστο μέρος της οποίας αποτελούν οι επικονιαστές.

Μεταξύ των παγκόσμιων στόχων του παγκόσμιου πλαισίου για τη βιοποικιλότητα Kunming-Montreal για το 2030, ο στόχος 11 προβλέπει την αποκατάσταση, τη διατήρηση και την ενίσχυση της συμβολής της φύσης στους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας και των υπηρεσιών οικοσυστήματος, μεταξύ των οποίων γίνεται ειδική αναφορά στη ζωική επικονίαση. Το σύνολο των δράσεων που προβλέπονται στην αναθεωρημένη πρωτοβουλία της ΕΕ για τους επικονιαστές αποτελεί κεντρικό στοιχείο των προσπαθειών της ΕΕ για την επίτευξη αυτού του στόχου, ιδίως όσον αφορά την επικονίαση.

Ήδη το 2000 η διάσκεψη των μερών της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα θέσπισε διεθνή πρωτοβουλία για τη διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση των επικονιαστών (διεθνής πρωτοβουλία για τους επικονιαστές). Το 2018 η ΕΕ προσχώρησε στην οργάνωση «Coalition of the Willing on Pollinators», που εγκαινιάστηκε το 2016. Έκτοτε, η Επιτροπή έχει υποστηρίξει τους στόχους της εν λόγω διεθνούς οργάνωσης, ανταλλάσσοντας με άλλες χώρες γνώσεις και εμπειρίες σχετικά με την υλοποίηση των δράσεων της ΕΕ για τους επικονιαστές.