Η χάραξη πολιτικής χωρίς αποκλεισμούς της φύσης απαιτεί έναν δείκτη μέτρησης της συμβολής των οικοσυστημάτων στα οφέλη που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι και η κοινωνία. Ένας τέτοιος δείκτης θα πρέπει να συμπληρώνει το τυπικό οικονομικό μέτρο του ΑΕΠ σε σενάρια πολιτικής και αξιολογήσεις.
Η παροχή οικοσυστημικών υπηρεσιών, όπως η επικονίαση των καλλιεργειών και ο καθαρισμός των υδάτων, έχουν μεγάλη σημασία για κάθε οικονομία, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα.
Ωστόσο, οι περισσότερες αξιολογήσεις χρησιμοποιούν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) ως κύριο δείκτη οικονομικής ανάπτυξης. Το ΑΕγχΠ δείχνει τη συνολική αξία της παραγωγής/εισοδήματος που παράγεται σε μια χώρα, αλλά δεν αποτυπώνει πλήρως τη συμβολή της φύσης στην οικονομική δραστηριότητα. Η έννοια του ακαθάριστου οικοσυστημικού προϊόντος (GEP), η οποία συνοψίζει την αξία που παρέχουν οι οικοσυστημικές υπηρεσίες στην οικονομία σε νομισματικούς όρους, είναι ένας τρόπος να ξεπεραστούν αυτές οι ελλείψεις στις αξιολογήσεις πολιτικής. Επιτρέπει επίσης την αξιολόγηση του αντικτύπου συγκεκριμένων πολιτικών στη συνολική κατάσταση των οικοσυστημάτων.
Μια μελέτη του Κοινού Κέντρου Ερευνών (ΚΚΕρ) δείχνει τη σημασία της προσθήκης αξίας στη φύση
Η έκθεση Gross Ecosystem Product in Macro Modelling εξηγεί και παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο η GEP μπορεί να εφαρμοστεί σε μακροοικονομικές αναλύσεις παράλληλα με τον παραδοσιακό δείκτη του ΑΕΠ. Η εφαρμογή της GEP για την αξιολόγηση της αξίας των οικοσυστημικών υπηρεσιών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα των νέων πολιτικών και της διαχείρισης, γεγονός που με τη σειρά του θα μπορούσε να βελτιώσει τη διαχείριση του φυσικού κεφαλαίου.
Οι πραγματικές εφαρμογές πολιτικής της GEP ως μέτρησης παράλληλα με το ΑΕΠ εξακολουθούν να εκκρεμούν για διάφορους λόγους, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών περιορισμών που σχετίζονται με τη διαθεσιμότητα δεδομένων και την πολυπλοκότητα της αποτίμησης των υπηρεσιών οικοσυστήματος, με αποτέλεσμα μεγάλες αβεβαιότητες εκτιμήσεων. Ωστόσο, οι προκαταρκτικές προσομοιώσεις που χρησιμοποιούν την προσέγγιση INCA (Integrated Natural Capital Accounting) και τα δεδομένα δείχνουν ότι η συμπερίληψη της GEP μπορεί να μεταβάλει σημαντικά το αποτέλεσμα των αξιολογήσεων, προσφέροντας μια πιο λεπτή και ρεαλιστική εικόνα της αξίας των οικοσυστημικών υπηρεσιών.
Για παράδειγμα, οι ερευνητές του ΚΚΕρ προσομοίωσαν ένα σενάριο στο οποίο οι αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών οδηγούν σε σταδιακή αύξηση της κατανάλωσης πρωτεϊνών φυτικής προέλευσης.
Το ΑΕΠ θα καταγράψει θετικό, αλλά πολύ μικρό, οικονομικό αντίκτυπο: αύξηση κατά 0,01 % στην ΕΕ το 2030 σε σύγκριση με το σενάριο αναφοράς.
Αντίθετα, ο δείκτης GEP θα αυξηθεί κατά 1,5%: αυτό αντιστοιχεί σε 2,3 δισεκατομμύρια ευρώ, μια σημαντική οικονομική επίπτωση που το ΑΕΠ έχασε σχεδόν εξ ολοκλήρου.
Μια γόνιμη συνεργασία
Η έκθεση είναι το αποτέλεσμα συνεργασίας μεταξύ επιστημόνων από το ΚΚΕρ και την Wageningen Economic Research (WEcR), οι οποίοι αναπτύσσουν και λειτουργούν ένα μακροοικονομικό μοντέλο που ονομάζεται MAGNET.
Σε σύγκριση με άλλα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση του αντίκτυπου των πολιτικών στην οικονομία, το MAGNET ήταν η πιο κατάλληλη επιλογή λόγω της ενσωματωμένης ικανότητάς του να αντιπροσωπεύει την προσφορά γης και τη δασοκομία. Οι ερευνητές του JRC εισήγαγαν τη νέα ενότητα GEP στο MAGNET, η οποία επιτρέπει τη σύγκριση του αντίκτυπου διαφορετικών πολιτικών τόσο στο ΑΕΠ όσο και στο GEP στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ενότητα GEP χρησιμοποιεί το σύνολο δεδομένων INCA, που αναπτύχθηκε και συντηρείται από το ΚΚΕρ, για να ενσωματώσει την αξία των οικοσυστημικών υπηρεσιών. Αυτό το σύνολο δεδομένων είναι προϊόν του έργου INCA, το οποίο ακολουθεί το παγκόσμιο πλαίσιο του Συστήματος Περιβαλλοντικής Οικονομικής Λογιστικής (SEEA). Η τήρηση αυτού του διεθνούς προτύπου διασφαλίζει την αξιοπιστία της μονάδας GEP.
Η ανάπτυξη της ενότητας GEP είναι μια συνεχής διαδικασία: οι ερευνητές του ΚΚΕρ εργάζονται για τρόπους για να την καταστήσουν ακόμη πιο ακριβή και αποτελεσματική. Για παράδειγμα, η σύνδεσή του με μεγαλύτερα και λεπτομερέστερα σύνολα δεδομένων θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερο προσδιορισμό των λειτουργιών παροχής οικοσυστημικών υπηρεσιών και στη συμπερίληψη περισσότερων τύπων οικοσυστημικών υπηρεσιών στον δείκτη GEP.
Ο εμπλουτισμός της λογιστικής της GEP με προοπτικές σχετικά με τη σχέση μεταξύ βιολογικής και ανθρώπινης παραγωγής ή η εξέταση της βλάβης στη φέρουσα ικανότητα του οικοσυστήματος, μπορεί επίσης να συμβάλει στο να καταστεί το μοντέλο πιο ακριβές.