Ισχυρό ευρωπαϊκό πλαίσιο για μια ανθεκτική και βιώσιμη αλιεία.

 

Σε ανακοίνωση της Ε.Ε. με τίτλο «Η κοινή αλιευτική πολιτική σήμερα και αύριο» αξιολογείται η λειτουργία της κοινής αλιευτικής πολιτικής, 10 χρόνια μετά την τελευταία μεταρρύθμιση το 2013.

Η ανακοίνωση παρέχει επισκόπηση των στοιχείων που λειτουργούν και των απτών αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί, καθώς και των τομέων όπου υπάρχει καθυστέρηση στην εφαρμογή και των προσπαθειών που εξακολουθούν να απαιτούνται προκειμένου να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό της ΚΑΠ.

Ταυτόχρονα, προσφέρει μια μακρόπνοη προοπτική, καθώς παρέχει ένα όραμα και μια πορεία προς μια μελλοντική βιώσιμη και ανθεκτική αλιεία.

Η ανακοίνωση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κοινή αλιευτική πολιτική εξακολουθεί να αποτελεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που δέχονται η αλιεία της ΕΕ και οι θάλασσες από τις οποίες εξαρτάται, παρέχοντας την αναγκαία σταθερότητα στον τομέα της αλιείας και επιτρέποντας στην ΕΕ να δώσει το παράδειγμα για την προώθηση της βιώσιμης αλιείας σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι τρεις βασικές αρχές στις οποίες βασίζεται η πολιτική εξακολουθούν να ισχύουν σήμερα:

  • περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική βιωσιμότητα·
  • αποτελεσματική περιφερειακή συνεργασία· και
  • λήψη επιστημονικά τεκμηριωμένων αποφάσεων.

Ταυτόχρονα, η ανακοίνωση τονίζει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες προκλήσεις για την επιτυχή εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής και ότι απαιτείται ταχύτερος και μεγαλύτερος διαρθρωτικός μετασχηματισμός για τη μείωση των περιβαλλοντικών και κλιματικών επιπτώσεων της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας. Αυτό είναι αναγκαίο για την αποκατάσταση ενός υγιούς θαλάσσιου περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας, καθώς και για να βοηθηθεί ο τομέας να καταστεί ανθεκτικότερος, να αυξηθεί η ενεργειακή απόδοση και να συμβάλει γρήγορα στην κλιματική ουδετερότητα.

Με βάση την αξιολόγηση της λειτουργίας της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η ανακοίνωση ανοίγει μια νέα φάση συζητήσεων και συνεργασίας μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων μερών στον τομέα της αλιείας (αλιείς, οργανώσεις παραγωγών, περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια, εθνικές αρχές, κοινωνία των πολιτών, κ.ά.). Στόχος είναι η δημιουργία κοινής αντίληψης όσον αφορά την κατεύθυνση της πολιτικής, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας είναι περιβαλλοντικά βιώσιμοι μακροπρόθεσμα και ότι παρέχουν οικονομικά και κοινωνικά οφέλη και οφέλη για την απασχόληση. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, η Επιτροπή προτείνει ένα «σύμφωνο για την αλιεία και τους ωκεανούς», το οποίο θα φέρει σε επαφή όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Πώς αξιολογείται στην ανακοίνωση η εφαρμογή της αρχής της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης;

Η μέγιστη βιώσιμη απόδοση (ΜΒΑ) είναι η μέγιστη ποσότητα που μπορεί να αλιευθεί από το απόθεμα ενός είδους χωρίς να μειωθεί το μέγεθος του πληθυσμού. Με την αρχή της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης, η κοινή αλιευτική πολιτική καθόρισε έναν επιχειρησιακό, μετρήσιμο και επιστημονικά τεκμηριωμένο στόχο για τη διαχείριση της αλιείας, ο οποίος έχει οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα.

Σε περιοχές όπου εφαρμόστηκε η αρχή αυτή, τα αποθέματα αποκαταστάθηκαν, τα αλιεύματα και τα εισοδήματα αυξήθηκαν, ενώ οι αρνητικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον μειώθηκαν. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερα αποθέματα έχουν φτάσει σε βιώσιμα επίπεδα, με ιδιαίτερα καλά αποτελέσματα στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό. Ωστόσο, απαιτούνται πρόσθετες προσπάθειες για την πλήρη εφαρμογή της αρχής της ΜΒΑ. Η κατάσταση στη Μεσόγειο Θάλασσα εξακολουθεί να είναι ανησυχητική και να χαρακτηρίζεται από υπερβολικά αργό ρυθμό βελτίωσης, ενώ στη Βαλτική παρατηρήθηκε αντιστροφή των πρόσφατων βελτιώσεων λόγω άλλων πιέσεων που ασκούνται στο περιβάλλον και στα θαλάσσια οικοσυστήματα.

Συνεπώς, η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην επίτευξη του στόχου της ΜΒΑ σε όλες τις θαλάσσιες λεκάνες κατά τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων για το 2024 και μετά.

Πώς αξιολογείται στην ανακοίνωση η εφαρμογή της υποχρέωσης εκφόρτωσης; 

Το 2009, εκτιμήθηκε ότι στον ευρωπαϊκό αλιευτικό κλάδο απορρίπτονταν ετησίως 1,7 εκατομμύρια τόνοι όλων των ειδών, αριθμός που αντιστοιχεί στο 23 % των συνολικών αλιευμάτων. Για τον λόγο αυτόν, το 2013, η ΕΕ θέσπισε τη λεγόμενη «υποχρέωση εκφόρτωσης», σύμφωνα με την οποία όλα τα αλιεύματα, συμπεριλαμβανομένων των ανεπιθύμητων αλιευμάτων, θα πρέπει να εκφορτώνονται και να προσμετρώνται στην ποσόστωση της κάθε χώρας. Στόχος είναι να δοθούν κίνητρα στους αλιείς ώστε να αλιεύουν με πιο επιλεκτικό τρόπο και να αποφεύγουν τα ανεπιθύμητα αλιεύματα, καθώς αυτά συμβάλλουν στη μείωση των θαλάσσιων πόρων και συνιστούν σημαντική σπατάλη πόρων.

Η υποχρέωση εκφόρτωσης ισχύει πλήρως μόλις από τον Ιανουάριο του 2019. Τα πορίσματα των ελέγχων που κίνησε η Επιτροπή το 2020 δείχνουν ότι τα κράτη μέλη που ελέγχθηκαν δεν έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση του αποτελεσματικού ελέγχου και της επιβολής της υποχρέωσης εκφόρτωσης. Τα παραδοσιακά εργαλεία ελέγχου (όπως οι επιθεωρήσεις των εκφορτώσεων και των ημερολογίων αλιείας εν πλω, στην αποβάθρα ή στις ιχθυόσκαλες) είναι ανεπαρκή, καθώς παρέχουν μια πολύ περιορισμένη εικόνα της συμμόρφωσης κατά τον χρόνο της παρακολούθησης. Στην πρότασή της για ένα αναθεωρημένο σύστημα ελέγχου της αλιείας, η Επιτροπή υποστηρίζει τη χρήση σύγχρονων εργαλείων ελέγχου. Θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τους συννομοθέτες για την επίτευξη μιας φιλόδοξης συμφωνίας σχετικά με τη σημαντική αυτή νομοθεσία.

Παρά την κακή εφαρμογή της υποχρέωσης εκφόρτωσης, και δεδομένης της πρόσφατης έναρξης ισχύος της, η ανακοίνωση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι πολύ νωρίς για να εξεταστεί το ενδεχόμενο αλλαγών. Αντίθετα, η αφετηρία κάθε συζήτησης σχετικά με το ενδεχόμενο αλλαγών θα πρέπει να είναι η πλήρης αξιολόγηση της υποχρέωσης εκφόρτωσης, την οποία θα ξεκινήσει η Επιτροπή το 2024 και για την οποία τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να παράσχουν στοιχεία.

Στην ανακοίνωση τονίζεται επίσης ότι, στο μεταξύ, πρέπει να προβάλλονται με καλύτερο τρόπο τα οφέλη της υποχρέωσης εκφόρτωσης στους αλιείς και ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να βελτιώσουν τη χρήση της στοχευμένης στήριξης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ) για πιο επιλεκτικά εργαλεία και πιο επιλεκτικές αλιευτικές τεχνικές και να προωθήσουν την ευρύτερη χρήση νέων τεχνολογιών για τη συλλογή δεδομένων και την ελαχιστοποίηση των ανεπιθύμητων αλιευμάτων.

Τι αναφέρει η ανακοίνωση σχετικά με την κατάσταση των αλιέων; 

Η αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια αφορούν τους ανθρώπους, τον πολιτισμό, τις παραδόσεις και τις τοπικές οικονομίες. Παρέχουν απασχόληση σε πολλές παράκτιες κοινότητες. Το 2020, πάνω από 124.630 αλιείς απασχολούνταν στον τομέα της εμπορικής αλιείας της ΕΕ. Το 2018, 69.000 άτομα απασχολούνταν στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας της ΕΕ.

Η ανακοίνωση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική διάσταση της αλιείας. Ο τομέας αντιμετωπίζει επί του παρόντος διάφορες προκλήσεις:

  • η αλιεία βρίσκεται υπό πίεση λόγω της εντατικοποίησης της χρήσης του θαλάσσιου χώρου από περισσότερους και μεγαλύτερους οικονομικούς κλάδους·
  • η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ οδήγησε στη διαμόρφωση μιας νέας δυναμικής όσον αφορά τη διακυβέρνηση της αλιείας, με αποτέλεσμα να καταστεί πιο περίπλοκη η διαδικασία λήψης αποφάσεων·
  • η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησε σε απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας, θέτοντας σε κίνδυνο τα περιθώρια κέρδους·
  • η κλιματική αλλαγή, η απώλεια βιοποικιλότητας και η ρύπανση επηρεάζουν τη βιωσιμότητα και τη σταθερότητα του τομέα της αλιείας· και
  • η ανανέωση των γενεών, η οποία είναι καίριας σημασίας για την εξασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος για τον τομέα, είναι ανεπαρκής.

Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ για την περίοδο 2014-20) διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην παροχή στήριξης κατά τη διάρκεια των πιο πρόσφατων κρίσεων, και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ για την περίοδο 2021-27) επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρέχουν περαιτέρω στήριξη στο πλαίσιο της σημαντικής διαταραχής της αγοράς που προκλήθηκε λόγω της κρίσης των τιμών των καυσίμων. Η χρηματοδότηση της ΕΕ χρησιμοποιήθηκε επίσης για έργα που αποσκοπούν στην προσέλκυση νέων ατόμων στον τομέα της αλιείας, στην παροχή βοήθειας σε νέους αλιείς για την έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, στη βελτίωση της ασφάλειας και των συνθηκών εργασίας στα αλιευτικά σκάφη, στη βελτίωση της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων κ.ά.

Από την άνοιξη του 2023 έως το καλοκαίρι του 2024, η Επιτροπή θα υλοποιήσει ένα πανευρωπαϊκό συμμετοχικό έργο διερεύνησης προοπτικών με τίτλο «Fishers of the Future» («Αλιείς του μέλλοντος») για να προβλέψει τον κρίσιμο ρόλο των αλιέων στην κοινωνία. Το έργο αυτό θα συμβάλει ώστε να εντοπιστούν οι τάσεις, οι ευκαιρίες και οι απειλές που καθορίζουν την ελκυστικότητα του τομέα της αλιείας.

Η Επιτροπή θα ζητήσει επίσης από την επιστημονική κοινότητα να αναπτύξει περαιτέρω κοινωνικούς δείκτες που θα χρησιμοποιούνται στην ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών εκθέσεων. Αυτό θα συμβάλει ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι κοινωνικές επιπτώσεις των μέτρων διατήρησης της αλιείας.

Τι αφορά το «σύμφωνο για την αλιεία και τους ωκεανούς»;

Η εκτεταμένη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέστησε απολύτως σαφές ότι μόνο η αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης με πνεύμα συνεργασίας και εμπιστοσύνης μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων μερών (δημόσιες αρχές, επιστημονική κοινότητα, αλιείς και υδατοκαλλιεργητές, οργανώσεις αλιέων και υδατοκαλλιεργητών, κοινωνία των πολιτών) μπορούν να αποφέρουν φιλόδοξα αποτελέσματα όσον αφορά τόσο τη βιωσιμότητα όσο και την κερδοφορία.

Συνεπώς, η Επιτροπή προτείνει ένα «σύμφωνο για την αλιεία και τους ωκεανούς» με σκοπό να ανανεωθεί η δέσμευση των κρατών μελών όσον αφορά τη βελτίωση της εφαρμογής της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τη δρομολόγηση των απαραίτητων προβληματισμών και αξιολογήσεων για τον σχεδιασμό βιώσιμων πολιτικών, και την ενίσχυση του διαλόγου και της συνεργασίας μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων μερών στον τομέα της αλιείας. Στόχος είναι να καθοριστεί και να συμφωνηθεί ένα κοινό όραμα για το μέλλον της αλιείας.

Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη, τα ενδιαφερόμενα μέρη και την επιστημονική κοινότητα να προσχωρήσουν στο σύμφωνο.

Το σύμφωνο θα διαρθρώνεται γύρω από διάφορες βασικές αρχές και στόχους:

  • πλήρης συμμόρφωση με τους ισχύοντες κανόνες προκειμένου να διασφαλιστεί η βιώσιμη χρήση των αλιευτικών πόρων και να περιοριστούν οι επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα·
  • μεγαλύτερη διαφάνεια στον τομέα της διαχείρισης της αλιείας, για παράδειγμα όσον αφορά την κατανομή των ποσοστώσεων και τις πληροφορίες που παρέχονται στους καταναλωτές·
  • βελτίωση της διακυβέρνησης μέσω μιας πιο ολιστικής προσέγγισης (με άλλους τομείς πολιτικής, όπως η περιβαλλοντική, γεωργική και ενεργειακή πολιτική) για την αντιμετώπιση και άλλων πιέσεων που ασκούνται στο θαλάσσιο περιβάλλον, και συνεργασία με τρίτες χώρες για τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού·
  • αναγνώριση του ρόλου των αλιέων και στήριξη της κοινωνικοοικονομικής ανθεκτικότητας του τομέα, ιδίως με την ενίσχυση της ελκυστικότητας του τομέα της αλιείας για τις μελλοντικές γενιές, για παράδειγμα μέσω της σύνδεσής του με τον θαλάσσιο τουρισμό ή τις ψυχαγωγικές δραστηριότητες· και
  • συνεχής έρευνα και καινοτομία, με στόχο να εξασφαλιστεί ιδίως ότι ο τομέας συμβάλλει, μεταξύ άλλων με τα «σκάφη του μέλλοντος», στην επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας, με τη διευκόλυνση της ανάπτυξης της αλιείας ακριβείας, τον σχεδιασμό του αλιευτικού επαγγέλματος του μέλλοντος και τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για τη μελλοντική ανάπτυξη πολιτικών.

Τι αναφέρει η ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή της ΚΑΠ για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και των θαλάσσιων πόρων; 

Οι αλιευτικές δραστηριότητες εξακολουθούν να επηρεάζουν δυσμενώς τα θαλάσσια οικοσυστήματα, ιδίως λόγω της διατάραξης του θαλάσσιου βυθού, των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων ευαίσθητων ειδών και των επιδράσεων στα θαλάσσια τροφικά πλέγματα. Οι επιπτώσεις αυτές, οι οποίες εξετάζονται λεπτομερώς στο σχέδιο δράσης για τη θάλασσα, έχουν σχέση με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και άλλες πιέσεις που οφείλονται σε ανθρώπινες δραστηριότητες στη θάλασσα και στην ξηρά (π.χ. γεωργία, αλιεία, βιομηχανία, ναυτιλία, λύματα), καθώς και με τη ρύπανση από πλαστικά, τη ρύπανση από μικροπλαστικά και άλλα είδη ρύπανσης.

Ταυτόχρονα, η κακή κατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων αποτελεί επίσης άμεση απειλή για τη βιωσιμότητα των αλιευτικών πόρων και της υδατοκαλλιέργειας και για τις συναφείς οικονομικές δραστηριότητες, καθώς και για την ευημερία των κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτές. Οι συνδυασμένες επιπτώσεις αυτών των προκλήσεων είναι πρωτοφανείς σε μέγεθος.

Για την αντιμετώπιση των ανωτέρω προκλήσεων, πρέπει να βελτιωθεί η εφαρμογή της κοινής αλιευτικής πολιτικής, π.χ. με την ενίσχυση της συλλογής δεδομένων και τη λήψη επιστημονικά τεκμηριωμένων αποφάσεων, με τη διασφάλιση συνεκτικού και αποτελεσματικού ελέγχου και επιβολής· με την εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας όσον αφορά τα κριτήρια που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη κατά την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων σε εθνικό επίπεδο· και με την αύξηση της αποδοτικότητας, της ταχύτητας και του επιπέδου φιλοδοξίας των εργασιών σε περιφερειακό επίπεδο όσον αφορά την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Με τη σημερινή ανακοίνωση, η Επιτροπή καλεί επίσης τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως και επειγόντως τα μέτρα που περιγράφονται στο σχέδιο δράσης για τη θάλασσα· ενθαρρύνει τους αλιείς να συνεχίσουν να συμμετέχουν στη συλλογή θαλάσσιων απορριμμάτων και στη χρήση βιοδιασπώμενων υλικών όσον αφορά τα αλιευτικά εργαλεία. Το 2023 και το 2024, η Επιτροπή θα επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην ανάπτυξη επιστημονικών συμβουλών, ώστε να καταστεί δυνατή η καλύτερη εφαρμογή της προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα για τη διαχείριση της αλιείας της ΕΕ· και θα στηρίξει μια πιο ανταγωνιστική και βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια με την έκδοση εγγράφων καθοδήγησης έως το 2024.

Ποια είναι τα στοιχεία της ΚΑΠ για τα οποία απαιτείται ενίσχυση της εφαρμογής ή περαιτέρω αξιολόγηση; 

Μολονότι η ανακοίνωση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κοινή αλιευτική πολιτική εξακολουθεί να αποτελεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, τονίζει επίσης ότι υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία για τα οποία απαιτείται ενίσχυση της εφαρμογής και/ή περαιτέρω αξιολόγηση και προβληματισμός προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο τομέας, η κοινωνία γενικότερα και η φύση μπορούν να επωφεληθούν πλήρως από το δυναμικό της πολιτικής. Αυτά αφορούν κυρίως:

  • την υποχρέωση εκφόρτωσης και το κόστος και τα οφέλη της για την κοινωνία και τους αλιείς·
  • τη συμβολή στην εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και του σχετικού συστήματος διακυβέρνησης·
  • τη βελτίωση των γνώσεων και την ενίσχυση της προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα, λαμβανομένων υπόψη τόσο των κοινωνικοοικονομικών όσο και των περιβαλλοντικών στόχων·
  • το μέλλον του επαγγέλματος και την ανανέωση των γενεών·
  • την αξιοποίηση των ευκαιριών έρευνας και χρηματοδότησης της ΕΕ·
  • την κατανομή των ποσοστώσεων σε εθνικό επίπεδο και τη διαφάνεια της διαδικασίας·
  • το πλαίσιο για την αλιευτική ικανότητα του στόλου και τη σημασία του για την πραγματοποίηση διαρθρωτικών επενδύσεων επί των σκαφών, μεταξύ άλλων για τη στήριξη της ενεργειακής μετάβασης του τομέα·
  • την ανάπτυξη κοινωνικών δεικτών για την ενίσχυση της αξιοπιστίας των κοινωνικοοικονομικών εκθέσεων που χρησιμοποιούνται για την προετοιμασία των μέτρων διαχείρισης και διατήρησης της αλιείας.

Τι αναφέρει η ανακοίνωση σχετικά με την εξωτερική διάσταση της κοινής αλιευτικής πολιτικής;

Οι πρόσφατες πολιτικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και η στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, ανέδειξαν τις επιπτώσεις που έχει στην αλιευτική πολιτική της ΕΕ το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό πλαίσιο στην Ευρώπη, καθώς και τη στενή του σχέση με την ασφάλεια στη θάλασσα.

Με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ αναδιαμορφώθηκε σημαντικά η δυναμική των αλιευτικών σχέσεων με τα παράκτια κράτη του Βορειοανατολικού Ατλαντικού και μεταξύ αυτών, με πολύ μεγαλύτερο αριθμό ιχθυαποθεμάτων να αποτελούν πλέον αντικείμενο διαχείρισης από κοινού με τρίτες χώρες. Η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας (ΣΕΣ) καθορίζει τη δομή της διμερούς σχέσης ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου. Ενσωματώνει πτυχές της αλιείας και του εμπορίου και θεσπίζει το πλαίσιο των ετήσιων διαβουλεύσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων για τα κοινά αποθέματα. Η ΕΕ ολοκληρώνει επίσης μια νέα τριμερή συμφωνία-πλαίσιο για την αλιεία με τη Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο, χάρη στην οποία θα δημιουργηθεί μια νέα πλατφόρμα τριμερούς συνεργασίας στη Βόρεια Θάλασσα. Αυτές οι υφιστάμενες δομές θα συμβάλουν στην ανάπτυξη μέτρων διαχείρισης για συγκεκριμένα ζητήματα, ενώ παράλληλα θα αναγνωρίζεται η ρυθμιστική αυτονομία των μερών.

Η στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας οδήγησε σε νέους κινδύνους και αρνητικές δευτερογενείς επιπτώσεις για την ασφάλεια στη θάλασσα, η οποία αντιμετωπίζει προκλήσεις που συνδέονται με εδαφικές διαφορές, τον ανταγωνισμό για φυσικούς πόρους και απειλές για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα. Σε ένα τέτοιο μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό πλαίσιο, η ΕΕ θα ενισχύσει τη συνεργασία με ομοϊδεάτες εταίρους στη γειτονική περιοχή της και σε άλλες θαλάσσιες περιοχές στρατηγικής σημασίας.

Η σχέση μεταξύ της κλιματικής αλλαγής, της υποβάθμισης του περιβάλλοντος στις παράκτιες και θαλάσσιες περιοχές και της ασφάλειας στη θάλασσα θα ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της επικείμενης επικαιροποίησης της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ασφάλεια στη θάλασσα και του σχεδίου δράσης της, καθώς και στην επικείμενη κοινή ανακοίνωση για την κλιματική αλλαγή, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την ασφάλεια και την άμυνα που θα παρουσιαστεί εντός του έτους.