Η καρυδιά είναι ένα αυτοφυές, αιωνόβιο δέντρο και ανήκει στην οικογένεια των Καρυοειδών. Προσαρμόζεται στις εκάστοτε κλιματικές και εδαφικές συνθήκες της περιοχής και για το λόγο αυτό η καλλιέργειά της είναι αρκετά διαδεδομένη σε όλο τον κόσμο.
Ευδοκιμεί και αποδίδει καλύτερα σε περιοχές με υγρό και θερμό κλίμα και βαθιά εδάφη. Δεν επηρεάζεται από τους ανέμους, ωστόσο είναι ευαίσθητη στους παγετούς. Χρειάζεται ασβέστιο, κάλιο και φώσφορο, ενώ δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε άζωτο. Έχει υψηλές ανάγκες για νερό και χρειάζεται τακτικό πότισμα από Ιούνιο μέχρι Οκτώβριο.
Καλλιεργείται για τους καρπούς της με σκοπό την αξιοποίηση της καρυδόψιχας ως τροφή, αλλά και για την εξαιρετικής ποιότητας ξυλεία της. Το ξύλο της χρησιμοποιείται στην ξυλουργική, την ξυλογλυπτική και την επιπλοποιία. Υπάρχει πληθώρα ποικιλιών καρυδιάς που καλλιεργούνται σε όλο τον κόσμο και διακρίνονται ανάλογα με το υψόμετρο της περιοχής. Οι πιο γνωστές ποικιλίες είναι οι εξής:
Ποικιλία Chandler: Η πιο διαδεδομένη ποικιλία στην Ελλάδα και είναι κατάλληλη για ημιορεινές και ορεινές περιοχές.
Ποικιλία Ιόλη: Πεδινές και ημιορεινές περιοχές.
Ποικιλία Vina: Ημιορεινές περιοχές.
Ποικιλία Franquette: Ορεινές περιοχές με υψόμετρο μεγαλύτερο των 800 μέτρων.
Ποικιλία Ηλιάνα: Ημιορεινές και πεδινές περιοχές.
Πολλαπλασιασμός: Η καρυδιά πολλαπλασιάζεται με τους σπόρους της, που συλλέγονται προσεκτικά από ειδικά επιλεγμένα δέντρα. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοσθεί εμβολιασμός, ο οποίος ωστόσο, είναι αρκετά δύσκολος.
Φύτευση: Σπορά το Νοέμβριο ή Μάρτιο σε σπορεία ή επί τόπου στο χωράφι. Ο παραγωγός καλείται να ανοίξει λάκκους διαστάσεων 30 επί 30 και ίδιου βάθους. Συνήθως σπέρνονται 2-3 καρύδια, τα οποία έπειτα σκεπάζονται με χώμα. Εφόσον βλαστήσουν, οι αγρότες επιλέγουν το καλύτερο και αφαιρούν τα υπόλοιπα.
Κλάδεμα: Η καρυδιά δε χρειάζεται ιδιαίτερο κλάδεμα. Ωστόσο, ανά τακτά διαστήματα είναι απαραίτητος ο καθαρισμός της από κλώνους και από ξερά κλαδιά. Σε περιπτώσεις δέντρων που πλαγιοκαρπούν, οι παραγωγοί συνήθως κλαδεύουν τους βλαστούς στο 30-50 % του μήκους τους.
Συγκομιδή: Ο κύριος τρόπος συγκομιδής είναι το τίναγμα των δέντρων με ειδικούς δονητές κορμών.
Απόδοση: Η αναμενόμενη απόδοση ανέρχεται στα 250 κιλά ανά στρέμμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εμπορικά αξιοποιήσιμη παραγωγή αρχίζει κατά το πέμπτο με όγδοο έτος της καλλιέργειας.
Βασικός εχθρός της καρυδιάς αποτελεί η καρπόκαψα. Ωοτοκεί εντός των καρπών ή στο φύλλωμα. Για την σωστή αντιμετώπισή της, οι αγρότες θα πρέπει να εφαρμόσουν ψεκασμό των καρπών και του φυλλώματος με ειδικά σκευάσματα (προνυμφοκτόνα, ωοκτόνα), έπειτα από συνεννόηση με το γεωπόνο της περιοχής.
Η πιο καταστρεπτική ασθένεια της καρυδιάς είναι η ανθράκωση. Πρόκειται για μυκητολογική ασθένεια που προσβάλλει τα φύλλα, τους βλαστούς και τους καρπούς. Η υψηλή υγρασία και οι έντονες βροχοπτώσεις ευνοούν την ανάπτυξη της και εκδηλώνεται στα φύλλα με νεκρωτικές κηλίδες, με αποτέλεσμα τη πρώιμη φυλλόπτωση. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εξασθένηση του δέντρου και φτωχή καρποφορία. Σε αρκετά ακραίες περιπτώσεις μπορεί να επέλθει πλήρης νέκρωση της καρυδιάς. Για την αντιμετώπιση της ανθράκωσης μπορεί να εφαρμοσθεί λίπανση πλούσια σε άζωτο, καθώς και ψεκασμός του δέντρου με οξυκινολεϊκό χαλκό.