Η βρώμη θεωρείται ως το σιτηρό με τις μεγαλύτερες απαιτήσεις σε υγρασία και για το λόγο αυτό καλλιεργείται κυρίως στο δυτικό τμήμα της χώρας, καθώς χαρακτηρίζεται από συχνότερες βροχοπτώσεις.

 

Έχει δημητριακό καρπό και καλλιεργείται για χρήση ως ζωοτροφή, καθώς και για ανθρώπινη κατανάλωση (νιφάδες βρώμης και αρτοσκευάσματα). Από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες στη χώρα μας ξεχωρίζει η κοινή βρώμη, η οποία απαιτεί υγρές και δροσερές περιοχές για να αναπτυχθεί ικανοποιητικά. Επίσης, μεγάλο γεωργικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αγριοβρώμες (A. fatua, A. sterilis) διότι θεωρούνται ανθεκτικά ζιζάνια και δεν εξολοθρεύονται εύκολα.

Η βρώμη μπορεί να προσαρμοστεί σε ποικίλα εδάφη, αρκεί το έδαφος να έχει έστω και μικρή περιεκτικότητα σε θρεπτικά στοιχεία και να υπάρχει επαρκής αποστράγγιση. Αποδίδει σε βαριά, αργιλοπηλώδη και αμμώδη εδάφη με παρουσία αρκετής υγρασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλή ανάπτυξη του φυτού είναι η καλή αποστράγγιση του εδάφους και να είναι γόνιμο.

Για  την ανάπτυξη της απαιτεί θερμοκρασία που κυμαίνεται από 0-5 οC έως και 25-31 οC. Ιδανική θερμοκρασία για πολλές λειτουργίες του φυτού θεωρούνται οι 25 οC. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι υψηλές θερμοκρασίες (μεγαλύτερες των 30 οC) προκαλούν επιβράδυνση της άνθισης, ενώ σε συνδυασμό με την υψηλή σχετική υγρασία αυξάνεται ο κίνδυνος προσβολής από σκωριάσεις.

 

Καλλιεργητικές τεχνικές

Προετοιμασία εδάφους: Κατά τη σπορά, το έδαφος θα πρέπει να είναι βωλώδες και όχι κονιορτοποιημένο. Έτσι, με τα συσσωματώματα του εδάφους, διασφαλίζεται η προστασία των φυτών από τους ψυχρούς ανέμους. Επίσης, ο χειρισμός των υπολειμμάτων του θεριζοαλωνισμού είναι σημαντικός σε περίπτωση που υπάρχει διαδοχή σιτηρών επί σειρά ετών.

Η διατήρηση της υφής, της σύστασης και της γονιμότητας του εδάφους είναι υψίστης σημασίας. Τέλος, η διασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών υγρασίας, αερισμού και θερμοκρασίας και ο καλός θρυμματισμός του εδάφους συμβάλλουν στην ομοιόμορφη σπορά και την ομαλή ανάπτυξη των φυτών.

Σπόρος: Χρήση πιστοποιημένου πολλαπλασιαστικού υλικού, απαραίτητα καλής ποιότητας. Ο σπόρος καθαρίζεται και απολυμαίνεται με σκοπό την προστασία του από ασθένειες και την εξασφάλιση ικανοποιητικής φυτείας.

Σπορά: Η σπορά της βρώμης στη χώρα μας γίνεται σχεδόν αποκλειστικά το φθινόπωρο. Ο κατάλληλος χρόνος για σπορά εξαρτάται από την ημερομηνία του πρώτου παγετού. Για να μπορέσουν να επιβιώσουν τα φυτά πρέπει να είναι 3-4 εβδομάδων. Η σπορά είναι συνήθως γραμμική με τη χρήση σπαρτικών μηχανών, καθώς και χύδην επιφανειακή με λιπασματοδιανομέα. Έπειτα, ο σπόρος καλύπτεται με οδοντωτή σβάρνα.

Στη γραμμική σπορά, οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμών δεν πρέπει να ξεπερνά τα 16 εκ, γιατί μειώνονται οι αποδόσεις λόγω του αδελφώματος. Το ιδανικό βάθος σποράς είναι 3,5-5 εκ. Οι πολύ βαθιές σπορές καθυστερούν το φύτρωμα, ενώ οι επιφανειακές δημιουργούν φυτά με επιπόλαιο ριζικό σύστημα και ευπαθή σε παγετό και πλάγιασμα.

Λίπανση: Η γνώση της προϊστορίας του χωραφιού στο οποίο θα σπαρθεί η βρώμη, αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη κατάστρωση του κατάλληλου προγράμματος λίπανσης. Σε φτωχά εδάφη συνίσταται η προσθήκη χωνεμένης κοπριάς κατά την προετοιμασία του εδάφους, ενώ εάν δεν είναι εφικτό, η ανόργανη λίπανση αποτελεί αξιόπιστη λύση.

Οι απαιτήσεις της βρώμης σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο είναι σχετικά μικρότερες από τα υπόλοιπα σιτηρά. Συνήθως γίνεται εφαρμογή βασικής αζωτούχου λίπανσης 2-3 κιλά/στρέμμα, καθώς και 3 κιλά επιφανειακής λίπανσης την άνοιξη. Δόσεις υψηλότερες των 5 κιλών/στρ. αυξάνουν τον κίνδυνο πλαγιάσματος. Επίσης, συνιστάται η εφαρμογή 3-6 κιλών/στρ. φωσφόρου με τη μορφή φωσφορικής αμμωνίας ή υπερφοσφωρικών και 3,5-5 κιλά καλίου ανά στρέμμα.

Άρδευση: Η βρώμη έχει υψηλές ανάγκες σε νερό. Η έλλειψη νερού κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης μπορεί να προκαλέσει μείωση του αδελφώματος και της ανάπτυξης του ριζικού συστήματος και κατά συνέπεια δημιουργία μικρόσωμων φυτών. Η ανεπάρκεια νερού κατά το ξεστάχυασμα μειώνει αισθητά τον αριθμό των ταξιανθιών, ενώ η έλλειψη νερού κατά την άνθιση μειώνει τον αριθμό των καρπών. Οι χειμερινές καλλιέργειες είναι συνήθως ξερικές, αλλά παρουσιάζουν υψηλές ανάγκες σε νερό κατά την περίοδο του καλαμώματος και μετά το πλήρες ξεστάχυασμα.

Συγκομιδή: Κύριο κριτήριο για την επιλογή του κατάλληλου χρόνου συγκομιδής των καρποδοτικών καλλιεργειών είναι ο χρωματισμός της φόβης. Δεν θα πρέπει να επικρατεί το πράσινο χρώμα, αλλά να είναι ελαφρώς κίτρινη. Η συγκομιδή γίνεται με χορτοκοπτικές και αυτοδετικές μηχανές.

Στις καλλιέργειες που προορίζονται για παραγωγή σανού, η συγκομιδή γίνεται όταν οι καρποί βρίσκονται μεταξύ του σταδίου γάλακτος και μαλακής ζύμης. Γίνεται θερισμός με χορτοκοπτικές μηχανές, ξήρανση στην επιφάνεια του χωραφιού κατά λωρίδες και στη συνέχεια συσκευασία σε μπάλες και αποθήκευση.

 Εχθροί και Ασθένειες

Κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας της βρώμης, η φυτεία προσβάλλεται από διάφορους εχθρούς και ασθένειες. Οι σημαντικότεροι εχθροί είναι οι:

Σιδηροσκώληκες: Ζουν στο έδαφος και τρέφονται με ρίζες, σπόρους και οργανική ύλη. Η μεγαλύτερη ζημιά προκαλείται στα νεαρά φυτά την άνοιξη από τις προνύμφες, οι οποίες αναπτύσσονται εκείνη τη περίοδο και τρέφονται με τους σπόρους.

Αγρότιδα: Οι προνύμφες προσβάλλουν τα νεαρά φυτά, δημιουργώντας στοές στον κόνδυλο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό τους, καθώς και την αποκοπή του στελέχους που βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους.

Για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των εχθρών, οι παραγωγοί συνιστάται να συμβουλευτούν το γεωπόνο τους για τη χρήση των κατάλληλων εντομοκτόνων σκευασμάτων.

Η σημαντικότερη ασθένεια που προσβάλλει τη βρώμη είναι η σκωρίαση και οφείλεται σε μύκητα. Το υγρό περιβάλλον θεωρείται ευνοϊκό για την ανάπτυξη του.

Για την αντιμετώπιση των σκωριάσεων συνιστάται η χρήση ανθεκτικών και πρώιμων ποικιλιών, η καταστροφή των μολυσμένων φυτικών υπολειμμάτων και η χρήση θειοκαρβαμιδικών μυκητοκτόνων.