Οι ασθένειες του κορμού και του ριζικού συστήματος παρά τη βραδεία εξάπλωσή τους, μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια του φυτικού κεφαλαίου και αδυναμία ανανέωσης των δένδρων, λόγω της μακροχρόνιας διατήρησης των μολυσμάτων στο έδαφος. Ως εκ τούτου, η καταπολέμησή τους είναι δύσκολη και βασίζεται κυρίως στη λήψη προληπτικών μέτρων.
Ακολουθεί το σχετικό τεχνικό δελτίο που εξέδωσε το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού & Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Βόλου:
ΦΥΤΟΦΘΟΡΑ
Συμπτώματα: Συνήθως εμφανίζεται σε δενδροκομεία τα οποία έχουν χαμηλά το σημείο εμβολιασμού της φιστικιάς στο ανθεκτικό υποκείμενο της τσικουδιάς, ποτίζονται με σπρέι και το νερό πέφτει στον κορμό του δένδρου ή βρίσκονται σε περιοχές με υψηλή ατμοσφαιρική και εδαφική υγρασία.
Τα προσβεβλημένα δένδρα παρουσιάζουν χλώρωση των φύλλων, τα οποία τελικά κιτρινίζουν, αλλά δεν πέφτουν. Τα συμπτώματα αυτά στην αρχή μπορεί να παρουσιάζονται σε μερικούς μόνο κλάδους, αργότερα όμως επεκτείνονται σε ολόκληρο το δένδρο, το οποίο παρουσιάζει έλλειψη νερού ακόμη κι αν ποτιστεί. Πολλές φορές τα νεαρά δένδρα ξεραίνονται απότομα, χωρίς να παρουσιάσουν προηγουμένως κανένα σύμπτωμα.
Ο φλοιός εξωτερικά στον λαιμό ή στον κορμό, πάνω από το σημείο εμβολιασμού, φαίνεται σκοτεινότερος και υδατώδης, ενώ εμφανίζει και έκκριση κόμεος από ελαφρά σχισίματα. Εσωτερικά παρατηρείται καστανός ως μαύρος μεταχρωματισμός μεταξύ φλοιού και ξύλου.
Αντιμετώπιση
Προληπτικά μέτρα:
Μέτρα μετά την εμφάνιση της ασθένειας: Τα ύποπτα προσβολής δένδρα πρέπει να ξελακώνονται και να εξετάζονται στην περιοχή του λαιμού. Εάν είναι ελαφρώς προσβεβλημένα, θα πρέπει να γίνεται καθαρισμός της μεταχρωματισμένης περιοχής με μαχαίρι, μαζί με μια ζώνη 2 εκ. από τους γύρω υγιείς ιστούς. Στη συνέχεια, θα πρέπει να ακολουθεί απολύμανση των πληγών με βορδιγάλειο πάστα και μετά το στέγνωμα αυτής, επάλειψη με ένα προστατευτικό πληγών.
Σε περίπτωση ξερών ή έντονα προσβεβλημένων δένδρων θα πρέπει να γίνεται εκρίζωση και απομάκρυνσή τους μαζί με τις ρίζες. Στη συνέχεια το έδαφος θα πρέπει να απολυμαίνεται προτού φυτευθεί άλλο δένδρο.
ΣΗΨΗΡΡΙΖΙΑ
Συμπτώματα: Ενώ η φιστικιά είναι πολύ ευαίσθητη, η τσικουδιά είναι μερικώς ανεκτική και έτσι περιορίζονται οι μεγάλες απώλειες. Η ασθένεια ευνοείται σε υγρά και κακοαποστραγγιζόμενα εδάφη. - Παρατηρείται καχεκτική βλάστηση με φύλλα μικρά και χλωρωτικά, τα οποία πέφτουν γρήγορα. Μεμονωμένοι κλάδοι νεκρώνονται και το δένδρο τελικά ξεραίνεται. Στα νεαρά δένδρα η ασθένεια εξελίσσεται γρήγορα και οδηγεί σε αποπληξία.
Στις κεντρικές ρίζες παρατηρείται ξηρή σήψη. Συγκεκριμένα ο φλοιός έχει σκούρο χρώμα και αποσπάται εύκολα. Όταν απομακρυνθεί, στην επιφάνεια του κεντρικού κυλίνδρου παρατηρούνται μυκηλιακές πλάκες με χρώμα λευκό ή λευκό λερωμένο και οσμή μανιταριού.
Νέκρωση ριζών μπορεί να έχουμε και από νεροκράτημα, όμως σ’ αυτή την περίπτωση δεν υπάρχουν μυκηλιακές πλάκες, ο κεντρικός κύλινδρος είναι σχεδόν μαύρος και έχει οσμή βούρκου ή οινοπνεύματος.
Αντιμετώπιση:
ΑΔΡΟΜΥΚΩΣΗ
Συμπτώματα: Η ασθένεια ευνοείται σε ασβεστούχα εδάφη, στα οποία καλλιεργείται κυρίως η φιστικιά. Επίσης, η τσικουδιά είναι ευαίσθητη στην ασθένεια, οπότε έχουμε συχνή εμφάνιση προσβολών. Συνήθως παρατηρείται απότομη ξήρανση ενός ή περισσοτέρων κλάδων στη μια πλευρά του δένδρου, ή και ολόκληρου του δένδρου, αργά την άνοιξη ή νωρίς το καλοκαίρι. Τα φύλλα πέφτουν ή παραμένουν ξερά πάνω στο δένδρο.
Μπορεί όμως η ασθένεια να εξελιχθεί σταδιακά κατά τη διάρκεια των ετών, παρουσιάζοντας εξασθένηση του δένδρου, καθώς και μείωση της φυλλικής επιφάνεια και της παραγωγής. Σε κατά μήκος ή εγκάρσια τομή ενός προσβεβλημένου κλάδου παρατηρείται σκούρος καστανός μεταχρωματισμός του ξύλου, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί κανόνα στη φιστικιά.
Αντιμετώπιση: