Σύμφωνα με εκτιμήσεις του μοντέλου του ΚΚΕρ, η ΕΕ καταναλώνει εισαγόμενα προϊόντα χρησιμοποιώντας καλλιεργήσιμες εκτάσεις ισοδύναμες με το μέγεθος της Ισπανίας.

 

Η βιώσιμη διαχείριση της γης είναι καίριας σημασίας για την καταπολέμηση της απώλειας βιοποικιλότητας ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Για να διερευνήσει τη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης και της χρήσης γης στην ΕΕ, το ΚΚΕρ, σε συνεργασία με την Eurostat, ανέπτυξε ένα μοντέλο που παρέχει ετήσιες εκτιμήσεις του αποτυπώματος γης της ΕΕ (δηλαδή της έκτασης γης που απαιτείται για την παραγωγή των προϊόντων που καταναλώνουμε).

Το μοντέλο εξετάζει τρεις τύπους γης: καλλιεργήσιμες εκτάσεις, χορτολιβαδικές εκτάσεις και δασικές εκτάσεις (που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή προϊόντων ξυλείας). Αντιπροσωπεύει τη γη που χρησιμοποιείται εγχώρια στην ΕΕ και τη γη που χρησιμοποιείται εκτός της ΕΕ για την καλλιέργεια εισαγόμενων προϊόντων. Για τη μοντελοποίηση της εμπορικής συνιστώσας, αναλύθηκαν μεμονωμένα περισσότερα από 500 τρόφιμα και προϊόντα βιολογικής προέλευσης. Το μοντέλο επεξεργάζεται εκ νέου εμπορικά δεδομένα για να αντιστοιχίσει σωστά ένα εισαγόμενο προϊόν στη χώρα όπου χρησιμοποιήθηκε γεωργική ή δασική γη για την παραγωγή του. Για παράδειγμα, οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις που είναι ενσωματωμένες στις εισαγωγές σοκολάτας της ΕΕ από την Ελβετία και καταναλώνονται στην ΕΕ κατανέμονται στις χώρες όπου καλλιεργήθηκε αρχικά το κακάο.

Πόση γη χρειάζεται για να διατηρηθεί η κατανάλωση στην ΕΕ

Το μοντέλο εκτιμά ότι, από το 2014 έως το 2021, η ΕΕ ήταν καθαρός εισαγωγέας καλλιεργήσιμων εκτάσεων (που χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια προϊόντων που καταναλώνονται στην ΕΕ) και καθαρός εξαγωγέας χορτολιβαδικών εκτάσεων (που χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια προϊόντων που καταναλώνονται εκτός της ΕΕ). Για τις δασικές εκτάσεις, το καθαρό εμπόριο παρουσιάζει ετήσιες διακυμάνσεις: οι εισαγωγές και οι εξαγωγές κυμαίνονται στο ίδιο εύρος· Μερικά χρόνια τα πρώτα είναι μεγαλύτερα, άλλα τα δεύτερα.

Το 2021 η ΕΕ εισήγαγε καλλιεργήσιμη έκταση 50 εκατομμυρίων εκταρίων (ha) —περίπου στο μέγεθος της Ισπανίας— και εξήγαγε καλλιεργήσιμη έκταση 28 εκατομμυρίων εκταρίων (περίπου το ήμισυ των εισαγωγών). Η εγχώρια χρήση καλλιεργήσιμων εκτάσεων (μετρούμενη σε όρους συγκομισθείσας έκτασης) ήταν ίση με 94 εκατομμύρια εκτάρια (πίνακας 1). Οι κύριες χώρες από τις οποίες η ΕΕ εισήγαγε καλλιεργήσιμες εκτάσεις ήταν η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Ουκρανία (πίνακας 2). Τα κύρια αγαθά που παράγονταν σε αυτές τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις ήταν φυτικά έλαια (π.χ. φοινικέλαιο και ηλιέλαιο), ελαιούχοι σπόροι (π.χ. ελαιοκράμβη και σόγια) και υπολείμματα βιομηχανιών τροφίμων, όπως πλακούντες (κυρίως για χρήση ως ζωοτροφές).

Κύριες συνεισφέρουσες χώρες στις εισαγωγές καλλιεργήσιμων εκτάσεων το 2021, τοποθετημένες πάνω από έναν χάρτη της Ισπανίας.

© Ίδια επεξεργασία, με βάση το μοντέλο αποτυπώματος γης του ΚΚΕρ (LAFO v2.0)

 

Το μοντέλο εκτιμά ότι ο μέσος πολίτης της ΕΕ χρησιμοποίησε 0,26 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης το 2021 για να καλύψει τις ετήσιες καταναλωτικές ανάγκες του για τρόφιμα και άλλα προϊόντα βιολογικής προέλευσης (π.χ. ζώα, έλαια ή βαμβάκι). Για λόγους σύγκρισης, ο μέσος πολίτης του κόσμου χρησιμοποίησε περίπου 0,19 εκτάρια το ίδιο έτος.

Το 2021, η χρήση καλλιεργήσιμων εκτάσεων από την ΕΕ υπερέβη επίσης ελαφρώς το όριο των 0,25 εκταρίων καλλιεργήσιμης γης ανά πολίτη του κόσμου, το οποίο καθορίστηκε από την Πλαίσιο πλανητικών ορίων. Το όριο αυτό τέθηκε για να αποφευχθεί ο κίνδυνος μη αναστρέψιμης βλάβης στον πλανήτη.

Εξέλιξη του αποτυπώματος καλλιεργήσιμων εκτάσεων πολιτών της ΕΕ μεταξύ 2014 – 2021, σε σύγκριση με το παγκόσμιο αποτύπωμα καλλιεργήσιμων εκτάσεων πολιτών και το όριο που θέτει το πλαίσιο των πλανητικών ορίων.

© Ιδία επεξεργασία, βασισμένη στο LAFO v2.0, FAOSTAT, and Rockstrom et al., 2009

 

Πώς χρησιμοποιούνται τα αποτελέσματα του μοντέλου

Οι εκτιμήσεις του αποτυπώματος γης είναι διαθέσιμες στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Eurostat και εμπλουτίζουν το χαρτοφυλάκιο στατιστικών και λογαριασμών της Eurostat για το περιβάλλον. Επιπλέον, συμβάλλουν στην παροχή πληροφοριών σχετικά με τους παράγοντες, τις πιέσεις και τις επιπτώσεις των κοινωνιών μας στο περιβάλλον. Η Eurostat χρησιμοποιεί επίσης τις εκτιμήσεις του αποτυπώματος γης για την παρακολούθηση της προόδου της ΕΕ προς την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης και για την εκτίμηση των δευτερογενών επιπτώσεων της κατανάλωσης στην ΕΕ.

Το μοντέλο αυτό θα χρησιμοποιηθεί επίσης σε συνδυασμό με άλλα μοντέλα που αναπτύσσονται επί του παρόντος από το ΚΚΕρ στο πλαίσιο της αποψίλωσης των δασών. Αυτά τα νέα μοντέλα θα αξιολογούν τη δυνητική αποψίλωση των δασών που προκαλείται από επιλεγμένα εισαγόμενα αγαθά και θα παρακολουθούν την πιθανή αποψίλωση των δασών που προκαλείται από το σύστημα τροφίμων της ΕΕ.

Επιπλέον, το μοντέλο μπορεί να συμβάλει στον προσδιορισμό στρατηγικών για τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της κατανάλωσης στην ΕΕ, όπως η αυξημένη κυκλικότητα και αποτελεσματικότητα των αλυσίδων εφοδιασμού, η μείωση της σπατάλης τροφίμων και οι διατροφικές αλλαγές.