Ταυτόχρονα αποτελεί ευκαιρία για τον «καθαρισμό» των δένδρων από τα τμήματά τους που φέρουν προσβολές από παθογόνα και εχθρούς.
Το κλάδεμα είναι μία απαραίτητη καλλιεργητική εργασία, η οποία όμως προκαλεί πληγές στα δένδρα. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να εκτελείται αποκλειστικά με ξηρό καιρό. Ταυτόχρονα με το κλάδεμα πρέπει να προστατεύονται οι τομές κλαδέματος με βορδιγάλιο πάστα και να ακολουθεί στο τέλος ένας προληπτικός ψεκασμός με ένα κατάλληλο χαλκούχο σκεύασμα, ιδίως όταν αναμένεται βροχερός και ανεμώδης καιρός ή/και επικίνδυνες για την καλλιέργεια χαμηλές θερμοκρασίες.
Ακολουθεί το σχετικό Τεχνικό Δελτίο Γεωργικών Προειδοποιήσεων με χρήσιμες συμβουλές προς τους παραγωγούς, από το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Βόλου:
Αποτελεί τη σοβαρότερη ασθένεια της ελιάς, η οποία εδώ και αρκετά χρόνια έχει εγκατασταθεί σε σημαντικό αριθμό ελαιώνων και λιγότερο ή περισσότερο σε όλες πλέον τις ελαιοκομικές περιοχές.
Η ποικιλία Κονσερβολιά ή Βόλου ή Αμφίσσης που καλλιεργείται κατεξοχήν στην περιοχή μας, είναι ιδιαίτερα ευπαθής στην ασθένεια.
Πρόκειται για φυτοπαθογόνο μύκητα εδάφους, με πολύ μεγάλο κύκλο ξενιστών (πόες, θάμνοι, δένδρα), ο οποίος μολύνει τα φυτά από τις λεπτές ρίζες και προκαλεί απόφραξη των αγγείων του ξύλου.
Η ασθένεια ξεκινά με το μεταχρωματισμό των φύλλων και γίνεται τελικώς φανερή είτε με τη μορφή μεμονωμένων ξερών κλάδων στα μεγαλύτερης ηλικίας δένδρα (ημιπληγία), είτε με την πλήρη ξήρανση των νεαρών δένδρων (αποπληξία).
Η ασθένεια μεταδίδεται κυρίως από τα μολυσμένα φύλλα της ελιάς ή άλλων ευπαθών ξενιστών και είναι σοβαρότερη όταν ο ελαιώνας συγκαλλιεργείται με άλλα ευπαθή στο μύκητα φυτά, όπως βαμβάκι, τομάτα, πατάτα κ.ά. ή γειτονεύει με ευπαθείς καλλιέργειες.
Επειδή δεν υπάρχουν χημικά μέσα για τη θεραπεία της ασθένειας, συνιστάται η αυστηρή τήρηση των παρακάτω καλλιεργητικών μέτρων για τον περιορισμό της διάδοσης της ασθένειας:
Πρόκειται για κοινότατη βακτηριολογική ασθένεια, η οποία προκαλεί την εμφάνιση χαρακτηριστικών όγκων σπογγώδους σύστασης, κυρίως σε κλαδίσκους, σε κλάδους, στον κορμό και τις ρίζες. Η σταδιακή αύξηση των όγκων αυτών προκαλεί εξασθένηση και τελικώς ξήρανση των προσβεβλημένων φυτικών τμημάτων.
Το παθογόνο βακτήριο είναι κυρίως παράσιτο πρόσφατων πληγών που προκαλούνται από ραβδίσματα κατά τη συγκομιδή, το κλάδεμα, το χαλάζι, τον παγετό αλλά και τις ουλές από την πτώση των φύλλων. Ωστόσο, μέσω των φακιδίων μπορεί να προκαλέσει κηλίδωση των καρπών.
Η περίοδος των μολύνσεων συμπίπτει με την έναρξη μίας βροχερής περιόδου. Οι μολύνσεις απαιτούν βροχερό και δροσερό καιρό καθώς και τη βοήθεια του ανέμου.
Οι ιστοί της ελιάς είναι ευπαθείς στις μολύνσεις όλες τις εποχές του έτους.
Για την καταπολέμηση του παθογόνου και τον περιορισμό της ασθένειας συνιστώνται τα παρακάτω καλλιεργητικά μέτρα και χημικές επεμβάσεις.
Ο μύκητας προσβάλλει κυρίως φύλλα και ποδίσκους ανθέων, ανθοταξιών και καρπών.
Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων σχηματίζονται κυκλικές τεφροκαστανές κηλίδες με ασαφή όρια και χλωρωτική περιφέρεια Οι κηλίδες είναι περισσότερο εμφανείς και εξελίσσονται γρήγορα την άνοιξη και αρχές του καλοκαιριού. Σε έντονες προσβολές, φύλλα και ανθοταξίες κιτρινίζουν και πέφτουν, με αποτέλεσμα την μείωση της ικμάδας των δένδρων καθώς και τη δραστική μείωση της παραγωγής.
Η ασθένεια ευνοείται σε υγρές περιοχές, βροχερές περιόδους και δροσερές θερμοκρασίες (6-120 C). Τα μυξοσπόρια του μύκητα βρίσκονται στην επιφάνεια των κηλίδων στα προσβεβλημένα φύλλα καθ’όλη τη διάρκεια του έτους. Για τη διασπορά τους και τη μόλυνση σε μικρές αποστάσεις απαιτείται η ύπαρξη νερού με τη μορφή βροχής ή υψηλής πρωινής υγρασίας, αλλά για τη διασπορά τους σε μεγαλύτερες αποστάσεις απαιτείται επιπλέον η βοήθεια του ανέμου.
Όσο οι καιρικές συνθήκες είναι κατάλληλες, οι μολύνσεις του μύκητα μπορούν να συμβούν οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, ακόμη και κατά τους θερινούς μήνες, που ο μύκητας υπό ξηρές συνθήκες παραμένει ανενεργός. Ωστόσο, οι πλέον σοβαρές μολύνσεις λαμβάνουν χώρα την άνοιξη και από αυτές προέρχονται οι φθινοπωρινές μολύνσεις.
Η ποικιλία Κονσερβολιά που καλλιεργείται κυρίως στην περιοχή μας, θεωρείται ιδιαίτερα ευαίσθητη στην ασθένεια.
Σε περιοχές όπου η ασθένεια είναι ενδημική και κυρίως μετά από περίοδο συνθηκών υψηλής υγρασίας και βροχόπτωσης, συνιστάται ψεκασμός με κατάλληλα και εγκεκριμένα για την καλλιέργεια μυκητοκτόνα.
Οι σκολύτες είναι μικροσκοπικά ξυλοφάγα κολεόπτερα, τα οποία συνήθως προσβάλλουν δευτερογενώς εξασθενημένα από διάφορες αιτίες ελαιόδενδρα.
Τα ακμαία και οι προνύμφες των εντόμων προσβάλλουν συνήθως τους κλάδους και δραστηριοποιούνται μεταξύ του φλοιού και του ξύλου. Αποτέλεσμα αυτής της δραστηριότητας είναι η σταδιακή ξήρανση των προσβεβλημένων κλάδων. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυνατόν τα έντομα αυτά να προσβάλλουν ακόμη και υγιή νεαρά ελαιόδενδρα.
Η χημική καταπολέμηση των εντόμων αυτών όταν βρίσκονται και δραστηριοποιούνται μέσα στις στοές είναι πρακτικά αδύνατη. Για το λόγο αυτό η καταπολέμησή τους βασίζεται κυρίως σε καλλιεργητικά μέτρα.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Σε κάθε περίπτωση να τηρούνται αυστηρά οι οδηγίες χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την αναλογία χρήσης, τη συνδυαστικότητα, τον κίνδυνο φυτοτοξικότητας, το διάστημα μεταξύ τελευταίας επέμβασης και συγκομιδής και τα μέτρα προστασίας για την αποφυγή δηλητηρίασης.